Άγριο πράγμα ο θάνατος.
Το αγριότερο που μπορεί
να ζήσει άνθρωπος στην
ζωή του. Πατέρας ή μάνα.
Το σκληρότερο, το φρικτότερο. Υπάρχει,
άραγε, χειρότερο συναίσθημα από αυτό;
Να σου πουν πως το
παιδί σου...
δεν υπάρχει πια.
Όλα τ’άλλα μπορεί να τα βρεις περισσότερο λογικά. Λες και υπάρχει λογική στον θάνατο. Όλους τους άλλους θανάτους. Από ασθένεια, δηλαδή. Αλλά ο θάνατος, είναι ο πιο σκληρός και ο πιο άδικος. Κόβεται το νήμα ξαφνικά, φταίει, δεν φταίει το θύμα. Και να... η αρχή μιας άλλης ζωής ξημερώνει. Δηλαδή, έχει ήδη νυχτώσει. Και δεν βγαίνει ήλιος από την ανατολή, παρά μόνο από εκείνο το όνειρο που θα δεις το παιδί σου στον ύπνο σου να σου μιλά σαν να μην τρέχει τίποτα. Σαν να έχουν όλα σταματήσει εκεί που ήταν. Στο τηλεφώνημα που σου έλεγε «οκ, ρε μάνα, τα λένε αργότερα» Πώς να τα πούμε, καρδιά μου, αργότερα, από εκεί που είσαι; Όταν εσύ έχεις πάψει να ανασαίνεις; Όταν υπάρχει το γαμημένο πριν και το μετά; Προ ζωής και μετά θανάτου; Δεν υπάρχει τότε ήλιος, παρά μόνο πόνος. Δεν μετριέται ο γαμημένος, δεν έχει ζύγια, δεν έχει μεζούρες. Υπάρχει και σε τρυπάει.
Σαν
ταινία, παράλογου σκηνοθέτη, περνά η ζωή σας από μπροστά σου. Τα πρώτα
του γέλια, τα πρώτα του κλάματα, τα πρώτα βήματα, οι πρώτες αγκαλιές. Το
πρώτο λουλούδι από την γλάστρα, το αγρίεμα στο βλέμμα, η αστεία φάτσα
την ώρα που έγλειφε το παγωτό. Σχολείο με την σάκα στον ώμο, με το δώρο
στο χέρι για τα πρώτα γενέθλια, με το βλέμμα αγωνίας για το πρώτο
ραντεβού, με το βλέμμα του νέου που θα αρπάξει την ζωή απ’τα μαλλιά για
να την ζήσει. Άνισο παιχνίδι η ζωή. Άνισο και μυστικό. Άλλοτε βάλτος και
άλλοτε κορυφή. Και ξαφνικά, εκεί που είσαι στην κορυφή, αντί να πέσεις
στον βάλτο, σε βγάζει εκτός. Έξω... Πώς να πιαστείς πια; Και πώς να
κρατήσεις το παιδί σου εκεί μέσα, στην γήινη σφαίρα;
Και
τώρα αποχαιρετισμός. Ο τελευταίος ασπασμός. Αν γίνει, δηλαδή, κι αυτός. Και όλα σαν ταινία. Θρίλερ μες στο μεσημέρι. Σαν να ήταν άγριο
βράδυ, σκοτεινό και μοιραίο. Μυρίζει θάνατο η
στιγμή. Δεν κρατιέται μακρυά. Είναι το απρόβλεπτο, το αιφνίδιο, το
σοκαριστικό, το μη αναστρέψιμο. Να πάρει η ευχή... για μια και μοναδική
φορά στη ζωή μου, θέλω ένα μαγικό ραβδί, να γυρίσω τον χρόνο λίγες ώρες
πίσω, λίγα λεπτά, λίγα δευτερόλεπτα. Κάποτε, ίσως και χρόνια. Και να
φέρω πίσω όλα τα παιδιά. Από μηνών μέχρι 60
χρόνων. Γιατί το παιδί, είναι παιδί, σε όποια ηλικία... παραμένει το
παιδί! Γιατί, όταν ο γονιός χάνει το παιδί του, η ζωή έχει κλείσει. Όχι
με τις αναπνοές, αλλά με την πνοές που μπορεί να παίρνει. Με την λαχτάρα
να πάει παρακάτω. Δεν έχει παρακάτω. Μόνο στοπ. Κουμπάκι. Αυτό είναι η
ζωή. Κουμπί που ανοίγει και κλείνει, χωρίς να ρωτά, αυθαιρετώντας. Σαν
θρασύς σεναριογράφος. «Τώρα θα παίξεις αυτό, τέρμα και τελείωσε. Δεν
σου αρέσει; Στα αρχίδια μας, δεν υπάρχουν επιλογές».
Μάνα,
τα λόγια είναι φτωχά. Γιατί, κανείς δεν σε νοιώθει, όταν εσύ νοιώθεις
το σπλάχνο σου να είναι ένα κουβαράκι. Να
είσαι ανίκανη να του δώσεις ξανά την ζωή, με όποιο αντίτιμο, αρκεί να
ξαναζωντανέψει. Σκληρό πράγμα ο θάνατος. Και άγριος. Και άδικος. Δεν υπάρχουν λόγια, παρά μόνο σιωπή. Με το δάχτυλο στο
στόμα, όλοι, φίλοι και γνωστοί, σσσσσσσσσστ... σιωπή.
Απόλυτη σιωπή.
Δεν υπάρχουν λόγια.
Και αφήστε την μάνα και τον πατέρα να θρηνήσουν.
Βουβά ή γοερά.
Μια προσευχή στα χείλη να είναι δυνατοί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου