ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΩΝΣΤΑΣ
Σε όλα τα θέματα υπάρχουν όρια. Στην πραγματική οικονομία, υπάρχει το κρίσιμο εκείνο σημείο, πέραν του οποίου κάθε αύξηση φορολογικού συντελεστή, όχι μόνον δεν οδηγεί σε βελτίωση των δημοσίων εσόδων αλλά σε δραματική αλλαγή των δεδομένων επί τα χείρω.
Το παράδειγμα της φορολογίας καπνού είναι χρήσιμο για την εξαγωγή συμπερασμάτων.
Ουδείς συμπαθεί την βιομηχανία καπνού. Είναι μια «ένοχη» δραστηριότητα. Σε κάθε παρέα, όποιος ανακοινώνει ότι «το έκοψε» εισπράττει επιβράβευση και θαυμασμό.
Όταν λοιπόν μια κυβέρνηση ανακοινώνει μια νέα φορολογική επιβάρυνση στο πακέτο τσιγάρων, με πρόσχημα ότι έτσι δεν θα χρειαστεί να αυξηθεί κάποιος άλλος φόρος, οι περισσότεροι πολίτες συμφωνούν κι επαυξάνουν.
Με την μέθοδο αυτή, φτάσαμε σήμερα σε μια κατάσταση όπου το 84% της τιμής ενός πακέτου τσιγάρων να αντιστοιχεί σε φόρους.
Περίπου το 7% των εσόδων του Κρατικού Προϋπολογισμού προέρχεται από τη φορολογία στον καπνό.
Τον Ιανουάριο 2014, η τότε Κυβέρνηση αποφάσισε να αυξήσει την τιμή του πακέτου κατά 0,05 € με σκοπό να αποφύγει τη μεγάλη επιβάρυνση στο εισιτήριο των Νοσοκομείων που τότε είχε ορισθεί στα 25€ και κατόπιν μειώθηκε στα 5€ για να το καταργήσει η ΠΦΑ Κυβέρνηση, μέχρι νεωτέρας…
Οι φωστήρες του Υπουργείου Οικονομικών, είχαν υπολογίσει ότι αυξάνοντας την τιμή του πακέτου τσιγάρων κατά 0,05 € , τα φορολογικά έσοδα του Κράτους θα αυξάνονταν κατά +50 εκατ. Ευρώ. Το βασικό τους επιχείρημα ήταν: «Στις σκανδιναβικές χώρες ένα πακέτο τσιγάρα κοστίζει 10€. Στην Ελλάδα μόνο 4 €».
Ένα χρόνο μετά οι αριθμοί διέψευσαν τους φωστήρες.
Τα φορολογικά έσοδα της συγκεκριμένης κατηγορίας αντί να αυξηθούν κατά +50 εκατ. Ευρώ, μειώθηκαν κατά -100 εκατ. €.
Οι Έλληνες καπνιστές στράφηκαν με μεγαλύτερη προθυμία στο λαθρεμπόριο, ελάχιστοι πήραν τη σωστή απόφαση και το έκοψαν και όλοι οι υπόλοιποι συντελεστές της αγοράς επιδόθηκαν στο δημοφιλές άθλημα της φοροαποφυγής.
Σε συνδυασμό με την συνεχιζόμενη ύφεση της οικονομίας, χιλιάδες επιχειρήσεις στον κλάδο έβαλαν λουκέτο με την αντίστοιχη απώλεια σε θέσεις εργασίας.
Το δίδαγμα από αυτή τη μικρή ιστορία, είναι ότι όσοι (πολιτικοί ) ονειρεύονται πως αυξάνοντας την τιμή των τσιγάρων θα μπορέσουν να ανακαλύψουν τα επαρκή «ισοδύναμα» για τις οδυνηρές φορολογίες που έχουν ήδη υπογράψει με το Μνημόνιο ΙΙΙ , απλώς κοροϊδεύουν εαυτούς και πολίτες.
Το παιχνίδι των φόρων είναι περίπλοκο. Ακόμη κι ένας μη καπνιστής όπως ο υπογράφων, πρέπει να έχει την πνευματική διαύγεια να διακρίνει τα όρια αντοχής της αγοράς και να προκρίνει την αποτελεσματικότερη διαχείριση των δαπανών έναντι της αύξησης φόρων γενικώς…
Απο: ΤΟ ΧΡΗΜΑ
Σε όλα τα θέματα υπάρχουν όρια. Στην πραγματική οικονομία, υπάρχει το κρίσιμο εκείνο σημείο, πέραν του οποίου κάθε αύξηση φορολογικού συντελεστή, όχι μόνον δεν οδηγεί σε βελτίωση των δημοσίων εσόδων αλλά σε δραματική αλλαγή των δεδομένων επί τα χείρω.
Το παράδειγμα της φορολογίας καπνού είναι χρήσιμο για την εξαγωγή συμπερασμάτων.
Ουδείς συμπαθεί την βιομηχανία καπνού. Είναι μια «ένοχη» δραστηριότητα. Σε κάθε παρέα, όποιος ανακοινώνει ότι «το έκοψε» εισπράττει επιβράβευση και θαυμασμό.
Όταν λοιπόν μια κυβέρνηση ανακοινώνει μια νέα φορολογική επιβάρυνση στο πακέτο τσιγάρων, με πρόσχημα ότι έτσι δεν θα χρειαστεί να αυξηθεί κάποιος άλλος φόρος, οι περισσότεροι πολίτες συμφωνούν κι επαυξάνουν.
Με την μέθοδο αυτή, φτάσαμε σήμερα σε μια κατάσταση όπου το 84% της τιμής ενός πακέτου τσιγάρων να αντιστοιχεί σε φόρους.
Περίπου το 7% των εσόδων του Κρατικού Προϋπολογισμού προέρχεται από τη φορολογία στον καπνό.
Τον Ιανουάριο 2014, η τότε Κυβέρνηση αποφάσισε να αυξήσει την τιμή του πακέτου κατά 0,05 € με σκοπό να αποφύγει τη μεγάλη επιβάρυνση στο εισιτήριο των Νοσοκομείων που τότε είχε ορισθεί στα 25€ και κατόπιν μειώθηκε στα 5€ για να το καταργήσει η ΠΦΑ Κυβέρνηση, μέχρι νεωτέρας…
Οι φωστήρες του Υπουργείου Οικονομικών, είχαν υπολογίσει ότι αυξάνοντας την τιμή του πακέτου τσιγάρων κατά 0,05 € , τα φορολογικά έσοδα του Κράτους θα αυξάνονταν κατά +50 εκατ. Ευρώ. Το βασικό τους επιχείρημα ήταν: «Στις σκανδιναβικές χώρες ένα πακέτο τσιγάρα κοστίζει 10€. Στην Ελλάδα μόνο 4 €».
Ένα χρόνο μετά οι αριθμοί διέψευσαν τους φωστήρες.
Τα φορολογικά έσοδα της συγκεκριμένης κατηγορίας αντί να αυξηθούν κατά +50 εκατ. Ευρώ, μειώθηκαν κατά -100 εκατ. €.
Οι Έλληνες καπνιστές στράφηκαν με μεγαλύτερη προθυμία στο λαθρεμπόριο, ελάχιστοι πήραν τη σωστή απόφαση και το έκοψαν και όλοι οι υπόλοιποι συντελεστές της αγοράς επιδόθηκαν στο δημοφιλές άθλημα της φοροαποφυγής.
Σε συνδυασμό με την συνεχιζόμενη ύφεση της οικονομίας, χιλιάδες επιχειρήσεις στον κλάδο έβαλαν λουκέτο με την αντίστοιχη απώλεια σε θέσεις εργασίας.
Το δίδαγμα από αυτή τη μικρή ιστορία, είναι ότι όσοι (πολιτικοί ) ονειρεύονται πως αυξάνοντας την τιμή των τσιγάρων θα μπορέσουν να ανακαλύψουν τα επαρκή «ισοδύναμα» για τις οδυνηρές φορολογίες που έχουν ήδη υπογράψει με το Μνημόνιο ΙΙΙ , απλώς κοροϊδεύουν εαυτούς και πολίτες.
Το παιχνίδι των φόρων είναι περίπλοκο. Ακόμη κι ένας μη καπνιστής όπως ο υπογράφων, πρέπει να έχει την πνευματική διαύγεια να διακρίνει τα όρια αντοχής της αγοράς και να προκρίνει την αποτελεσματικότερη διαχείριση των δαπανών έναντι της αύξησης φόρων γενικώς…
Απο: ΤΟ ΧΡΗΜΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου