Saint Jean De Maurienne


Στις αρχές της εβδομάδας η παρέμβαση που έκανε η διοίκηση της ΔΕΗ για τα τεκταινόμενα στη Λάρκο, ήρθε να επιβεβαιώσει... 








το αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει η ιστορική βιομηχανία νικελίου, η οποία εν μέσω χρεών για το ρεύμα, καταρράκωσης των τιμών στη διεθνή αγορά, αλλά και ενδογενών προβλημάτων αδυναμίας εκσυγχρονισμού και μείωσης του κόστους παραγωγής, ουσιαστικά φυτοζωεί περιμένοντας το τέλος. 
Τι είπε λοιπόν ο διοικητής της ΔΕΗ;  Ότι η βιομηχανία αδυνατεί να φανεί συνεπής ακόμη και στους διακανονισμούς που έχει η ίδια προτείνει και ότι πλέον είναι ζήτημα νομικής ευθύνης να αναληφθούν από τη ΔΕΗ πρωτοβουλίες για την τήρηση της νομιμότητας. 
Υπό ποιες προϋποθέσεις η ΔΕΗ όχι μόνο δε θα κατέβαζε το διακόπτη στην βιομηχανία που μπαίνει μέσα 300 χιλιάδες ευρώ την ημέρα αλλά πιθανόν να συμμετείχε ενεργά σε ένα πλάνο διάσωσης; Εάν παρουσιαζόταν ένα βιώσιμο σχέδιο που θα εξασφάλιζε μέσω της υλοποίησης των εκτεταμένων επενδύσεων που απαιτούνται, την μακροπρόθεσμη προοπτική της βιομηχανίας. "Εάν υπήρχε αυτό το πλάνο θα μπορούσαμε ακόμη και να συμμετάσχουμε σε μια αύξηση κεφαλαίου" είχε αναφέρει ο Μ. Παναγιωτάκης, επικεφαλής της ΔΕΗ. 


                        Το γαλλικό μοντέλο
Προ διετίας, σε αντίστοιχη θέση με τη Λάρκο, είχε βρεθεί ένα σημαντικό για τη γαλλική οικονομία εργοστάσιο αλουμινίου, το Saint Jean De Maurienne στις Άλπεις, το οποίο ανήκε στον μεταλλευτικό κολοσσό Rio Tinto. Για δικούς τους λόγους – κυρίως λόγω κόστους ρεύματος –  οι Βρετανοί και Αυστραλιανοί ιδιοκτήτες του γαλλικού "αλουμινάδικου" ήθελαν είτε να το κλείσουν είτε να το πουλήσουν. Καθώς όμως ουδείς ενδιαφερόμενος εμφανιζόταν στην πρόσκληση, οι πληροφορίες ήθελαν τους ιδιοκτήτες έτοιμους να προχωρήσουν στη λύση του λουκέτου. 
Τότε λοιπόν ανέλαβε δράση η γαλλική κυβέρνηση η οποία κινήθηκε σε δύο επίπεδα: Το πρώτο ήταν να βρει έναν άλλο ενδιαφερόμενο επενδυτή. Τον βρήκε στο πρόσωπο της γερμανικής Trimet Aluminium SE, η οποία και ανέλαβε το κόστος των επενδύσεων εκσυγχρονισμού του εργοστασίου.
Το δεύτερο επίπεδο πρωτοβουλίας της γαλλικής κυβέρνησης αφορούσε στο κόστος ενέργειας. Συγκεκριμένα η κυβέρνηση παρότρυνε την κρατική εταιρεία ηλεκτρισμού EdF να εισέλθει ως συνεταίρος στο νέο σχήμα, ως μέτοχος μειοψηφίας και παράλληλα να συμφωνήσει για την προμήθεια του Saint Jean De Maurienne με ηλεκτρική ενέργεια σε χαμηλή τιμή. Κάποιες πληροφορίες ανέφεραν τότε ότι η τιμή που προσφέρθηκε ήταν 25 ευρώ η μεγαβατώρα.

Η αίσια κατάληξη των διαπραγματεύσεων οδήγησε τον τότε υπουργό βιομηχανίας Arnaud Montebourg, να δηλώσει ότι η Γαλλία "χτίζει μια νέα γερμανογαλλική Pechiney" (η Pechiney ήταν η βιομηχανία σύμβολο της Γαλλίας επί δεκαετίες και πρώην ιδιοκτήτης τουSaint-Jean-de-Maurienne). 
Δύο χρόνια μετά τη συμφωνία, η διάσωση του Saint Jean De Maurienne αποτελεί πλέον case study και υπόδειγμα για την διατήρηση στη ζωή και άλλων γαλλικών βιομηχανιών όπως για παράδειγμα το εργοστάσιο στη Δουνκέρνη, που επίσης απειλείται. 




                        ΛΑΡΚΟ

Στην περίπτωση της Λάρκο, το βασικό ζητούμενο δεν είναι μόνο να πληρωθούν τα χρέη προς τη ΔΕΗ αλλά να εξασφαλιστούν οι όροι ώστε το εργοστάσιο να είναι βιώσιμο και να έχει κόστος παραγωγής κάτω από τη μέση τιμή νικελίου μακροπρόθεσμα. Είναι χαρακτηριστικό ότι η μέση τιμή του νικελίου συμπεριλαμβανομένου του ανοδικού και του καθοδικού κύκλου είναι πολύ πάνω από τα κόστη της εταιρείας, η οποία χρησιμοποιεί τη μέθοδο της θερμομεταλλουργίας. 
Παρότι το σημερινό μοντέλο θεωρείται μη βιώσιμο, υπάρχουν μελέτες για αλλαγή της μεθόδου κατεργασίας και τη χρήση υδρομεταλλουργίας, με σημαντικά χαμηλότερο κόστος που μπορεί να καταστήσει το εργοστάσιο μακροπρόθεσμα κερδοφόρο. Αυτό απαιτεί την υλοποίηση επενδύσεων ύψους 250 εκατ. ευρώ, μόνο για το νέο εργοστάσιο χωρίς να υπολογίζονται άλλες επενδύσεις, οι οφειλές προς τη ΔΕΗ αλλά και το ποσό που πρέπει να επιστραφεί ως κρατική ενίσχυση. Είναι σαφές ότι για να υπάρξει λύση που θα εξασφαλίζει ότι δε θα επαναληφθούν τα λάθη του παρελθόντος (καταστροφικές πολιτικές hedging, σπατάλες, υψηλοί μισθοί και πριμ ακόμη και όταν η εταιρεία είναι ζημιογόνος) είναι να εφαρμοστεί ένα αντίστοιχο μοντέλο με την είσοδο ενός στρατηγικού επενδυτή που θα διασφαλίσει τα απαραίτητα κεφάλαια αλλά και την ορθή διαχείριση της ιστορικής βιομηχανίας. Εάν βεβαίως υπάρχει κάποιος ενδιαφερόμενος, με δεδομένη τη δεινή κατάσταση της βιομηχανίας. Το πρόβλημα βεβαίως με την περίπτωση της Λάρκο είναι η αδράνεια, που συνεχίζει να συσσωρεύει ζημιές και να καθιστά ακόμη πιο δύσκολη την όποια πρωτοβουλία …