Ενας
καλός κανόνας να ξεχωρίσεις έναν λαϊκιστή πολιτικό είναι όσα λέγει για
τις τράπεζες. Συνήθως ζητεί να μοιράσουν πιστώσεις στην οικονομία.
Δηλαδή, τι άλλο κάνουν οι τράπεζες; Από πού βγάζουν τα κέρδη τους;
Ξεπερνά όμως τον λαϊκισμό όταν η «κριτική» γίνεται από υπουργούς. Παράδειγμα
η κ. Διαμαντοπούλου, η οποία, σύμφωνα με το ρεπορτάζ διαδόσεων του Υπουργικού Συμβουλίου ζήτησε «συμμετοχή στα assets των τραπεζών, όταν αυτά προκύπτουν, εφόσον αυτές απολαμβάνουν τόσο γενναιόδωρων κρατικών εγγυήσεων».
Με την επιφύλαξη ότι έχω κατανοήσει μια τόσο περίπλοκη... τοποθέτηση, είναι ανατριχιαστικό να διαπιστώνεις ότι Ελληνες και άλλοι Ευρωπαίοι, που πλήρωσαν από το 1999 ώς το 2004 τους μισθούς της επιτρόπου, δεν πέτυχαν να αποκτήσουν μια πολιτικό που έμαθε να ξεχωρίζει την ουσιαστική συζήτηση για τον ρόλο των τραπεζών, από τη λαϊκίστικη κόπια της.
Φαντάζομαι ότι η κ. υπουργός Παιδείας δεν εννοεί ότι θα πρέπει να δημευθεί μέρος του ενεργητικού των τραπεζών. Θα το έλεγε ανοιχτά. Εξάλλου, με την αρχική ρύθμιση Αλογοσκούφη (φθινόπωρο 2008) το κράτος έγινε υποχρεωτικός συμμέτοχος στη διαχείριση του τραπεζικού συστήματος. Με τα δικαιώματα που απέκτησε ως αντάλλαγμα στη στήριξη που παρέχει, το κράτος ασκεί δικαίωμα βέτο σε σειρά κρίσιμων αποφάσεων με τη συμμετοχή ειδικών εκπροσώπων του στα διοικητικά συμβούλια.
Ηδη, έχει απαγορεύσει τη διανομή μερίσματος στους μετόχους και την παροχή πρόσθετων αμοιβών σε όλα τα στελέχη, ακόμη και στους διευθυντές καταστημάτων. Ασκεί έλεγχο σε μεγάλα δάνεια προς την οικονομία. Τέλος, το κράτος φροντίζει ώστε να διατηρείται η αξιοπιστία του τραπεζικού συστήματος. Αυτά προβλέπει ο Νόμος, αυτά γίνονται και οι υπουργοί οφείλουν να τα γνωρίζουν. Αν διαφωνούν, ας πουν κάτι καινούργιο ή κάτι διαφορετικό.
Τι είναι όμως οι εγγυήσεις των 30 δισ., που προτίθεται να δώσει το κράτος στις τράπεζες; Δεν είναι μεταφορά χρημάτων των φορολογουμένων από το κρατικό ταμείο στα ταμεία των τραπεζών. Οι νέες, πρόσθετες, εγγυήσεις που θα διαθέσει το κράτος στους επόμενους μήνες, θα υποστηρίξουν άλλους τραπεζικούς τίτλους, που έχουν ήδη διαθέσει προς την ΕΚΤ, προκειμένου οι ελληνικές τράπεζες να αντλήσουν νέα ρευστότητα. Οι υπουργοί, που έσπευσαν να λαϊκίσουν μέσα στο Υπουργικό Συμβούλιο (στάση που δικαιολογεί πολλαπλώς τον λαϊκισμό στη Βουλή και ακόμη περισσότερο οπουδήποτε αλλού...), όφειλαν να γνωρίζουν ότι το τραπεζικό σύστημα έχει χάσει καταθέσεις ύψους 40 δισ., περίπου. Εκτός από τη στήριξη στο εισόδημά τους, το κάνουν γιατί φοβούνται ότι οι πολιτικοί θα ρίξουν, οριστικά, το κράτος «στα βράχια».
Κανονικά, οι τράπεζες θα έπρεπε να μειώνουν το υπόλοιπο των δανείων που έχουν δώσει στην οικονομία τουλάχιστον στο ίδιο ύψος. Για κάθε 1 ευρώ που βγαίνει από τις καταθέσεις, οι τράπεζες πρέπει να βγάλουν 1 ευρώ από τα δάνεια. Στην πράξη μάλιστα, οι κανόνες ασφάλειας των καταθετών, απαιτούν, ιδιαίτερα σε περιόδους κρίσης, δραστική μείωση των χορηγήσεων. Οδηγώντας τον συντηρητικό αυτό συλλογισμό στα άκρα του, θα μπορούσαμε να πούμε πως τράπεζες με δείκτη χορηγήσεων προς καταθέσεις υψηλότερο της μονάδας, που έχουν δηλαδή δώσει περισσότερα δάνεια από τις καταθέσεις που έχουν συγκεντρώσει, οφείλουν να «κλείσουν» τα γκισέ των δανείων και να διατηρήσουν μόνον τα γκισέ των καταθέσεων.
Οι υπουργοί (στο ρεπορτάζ της «Κ» αναφέρονται οι κ. κ. Χρυσοχοΐδης, Χυτήρης, Μπεγλίτης, Ξενογιαννακοπούλου, Παπουτσής, Ξυνίδης και Βενιζέλος) όφειλαν επίσης να γνωρίζουν ότι η «εντολή» για την έκδοση εγγυήσεων σε αναμονή, δόθηκε από την τρόικα, προκειμένου να μην αποσταθεροποιηθεί το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, εν όψει των δυσμενών επιπτώσεων που έχει και θα έχει η δυσμενέστερη, έναντι προηγουμένων, κρίση των οίκων αξιολόγησης. Δηλαδή, για τον φόβο της Moody's και των άλλων. Ευτυχώς, η αξιολόγηση των οίκων αυτών έδειξε ότι οι τράπεζες είναι πιο σίγουρες, αφού η υποβάθμισή τους έγινε κατά δύο βαθμίδες αντί των τριών βαθμών που επιδαψίλευσαν στο Δημόσιο. Πράγματι, όταν υποβαθμίζεται η Ελλάδα, οι τράπεζες πρέπει να δώσουν στην ΕΚΤ νέους τίτλους και πρόσθετες εγγυήσεις, προκειμένου να συνεχίσουν να είναι ανοιχτές στο ασύλληπτο ποσό των 100 δισ. ευρώ, όπου έχει φτάσει η ρευστότητα την οποία έχει διαθέσει η Ευρωζώνη στην ελληνική οικονομία.
Προφανώς, οι λαϊκιστές υπουργοί (μαζί τους και ο κ. Μιχελάκης που εκπροσωπεί τη Ν. Δ.) έχουν αντιληφθεί τον πολύ μεγαλύτερο κίνδυνο, που έρχεται. Οι διευθύνοντες την ΕΚΤ έχουν ήδη ζητήσει την «απομόχλευση». Που, σε κανονικά ελληνικά σημαίνει ότι οι τράπεζες πρέπει να αρχίσουν να επιστρέφουν τα κεφάλαια και να μειώνουν την έκθεσή τους στη βοήθεια της κεντρικής τράπεζας του ευρώ. Εχουν άλλωστε κάθε συμφέρον να το πράξουν γρήγορα, αφού το επιτόκιο του ευρώ θα αυξηθεί και, επομένως, το κόστος εξυπηρέτησης των δανεικών κεφαλαίων θα μεγαλώσει.
Αρα, στους επόμενους μήνες, οι τράπεζες θα μειώσουν με εντατικούς ρυθμούς τα δάνεια που έχει ήδη πάρει η οικονομία. Οχι μόνον δεν θα αυξηθούν τα δάνεια, αλλά θα ζητηθεί από όσους έχουν υψηλά δάνεια να πωλήσουν κάτι από την περιουσία τους και να κλείσουν μέρος των δανείων τους. Ο πολιτικός λαϊκισμός στο ζήτημα των τραπεζών μοιάζει πολύ με τη ζημιά που έπαθε αυτός που «πήγε για μαλλί»!
Του Μπαμπη ΠαπαδημητριουΞεπερνά όμως τον λαϊκισμό όταν η «κριτική» γίνεται από υπουργούς. Παράδειγμα
η κ. Διαμαντοπούλου, η οποία, σύμφωνα με το ρεπορτάζ διαδόσεων του Υπουργικού Συμβουλίου ζήτησε «συμμετοχή στα assets των τραπεζών, όταν αυτά προκύπτουν, εφόσον αυτές απολαμβάνουν τόσο γενναιόδωρων κρατικών εγγυήσεων».
Με την επιφύλαξη ότι έχω κατανοήσει μια τόσο περίπλοκη... τοποθέτηση, είναι ανατριχιαστικό να διαπιστώνεις ότι Ελληνες και άλλοι Ευρωπαίοι, που πλήρωσαν από το 1999 ώς το 2004 τους μισθούς της επιτρόπου, δεν πέτυχαν να αποκτήσουν μια πολιτικό που έμαθε να ξεχωρίζει την ουσιαστική συζήτηση για τον ρόλο των τραπεζών, από τη λαϊκίστικη κόπια της.
Φαντάζομαι ότι η κ. υπουργός Παιδείας δεν εννοεί ότι θα πρέπει να δημευθεί μέρος του ενεργητικού των τραπεζών. Θα το έλεγε ανοιχτά. Εξάλλου, με την αρχική ρύθμιση Αλογοσκούφη (φθινόπωρο 2008) το κράτος έγινε υποχρεωτικός συμμέτοχος στη διαχείριση του τραπεζικού συστήματος. Με τα δικαιώματα που απέκτησε ως αντάλλαγμα στη στήριξη που παρέχει, το κράτος ασκεί δικαίωμα βέτο σε σειρά κρίσιμων αποφάσεων με τη συμμετοχή ειδικών εκπροσώπων του στα διοικητικά συμβούλια.
Ηδη, έχει απαγορεύσει τη διανομή μερίσματος στους μετόχους και την παροχή πρόσθετων αμοιβών σε όλα τα στελέχη, ακόμη και στους διευθυντές καταστημάτων. Ασκεί έλεγχο σε μεγάλα δάνεια προς την οικονομία. Τέλος, το κράτος φροντίζει ώστε να διατηρείται η αξιοπιστία του τραπεζικού συστήματος. Αυτά προβλέπει ο Νόμος, αυτά γίνονται και οι υπουργοί οφείλουν να τα γνωρίζουν. Αν διαφωνούν, ας πουν κάτι καινούργιο ή κάτι διαφορετικό.
Τι είναι όμως οι εγγυήσεις των 30 δισ., που προτίθεται να δώσει το κράτος στις τράπεζες; Δεν είναι μεταφορά χρημάτων των φορολογουμένων από το κρατικό ταμείο στα ταμεία των τραπεζών. Οι νέες, πρόσθετες, εγγυήσεις που θα διαθέσει το κράτος στους επόμενους μήνες, θα υποστηρίξουν άλλους τραπεζικούς τίτλους, που έχουν ήδη διαθέσει προς την ΕΚΤ, προκειμένου οι ελληνικές τράπεζες να αντλήσουν νέα ρευστότητα. Οι υπουργοί, που έσπευσαν να λαϊκίσουν μέσα στο Υπουργικό Συμβούλιο (στάση που δικαιολογεί πολλαπλώς τον λαϊκισμό στη Βουλή και ακόμη περισσότερο οπουδήποτε αλλού...), όφειλαν να γνωρίζουν ότι το τραπεζικό σύστημα έχει χάσει καταθέσεις ύψους 40 δισ., περίπου. Εκτός από τη στήριξη στο εισόδημά τους, το κάνουν γιατί φοβούνται ότι οι πολιτικοί θα ρίξουν, οριστικά, το κράτος «στα βράχια».
Κανονικά, οι τράπεζες θα έπρεπε να μειώνουν το υπόλοιπο των δανείων που έχουν δώσει στην οικονομία τουλάχιστον στο ίδιο ύψος. Για κάθε 1 ευρώ που βγαίνει από τις καταθέσεις, οι τράπεζες πρέπει να βγάλουν 1 ευρώ από τα δάνεια. Στην πράξη μάλιστα, οι κανόνες ασφάλειας των καταθετών, απαιτούν, ιδιαίτερα σε περιόδους κρίσης, δραστική μείωση των χορηγήσεων. Οδηγώντας τον συντηρητικό αυτό συλλογισμό στα άκρα του, θα μπορούσαμε να πούμε πως τράπεζες με δείκτη χορηγήσεων προς καταθέσεις υψηλότερο της μονάδας, που έχουν δηλαδή δώσει περισσότερα δάνεια από τις καταθέσεις που έχουν συγκεντρώσει, οφείλουν να «κλείσουν» τα γκισέ των δανείων και να διατηρήσουν μόνον τα γκισέ των καταθέσεων.
Οι υπουργοί (στο ρεπορτάζ της «Κ» αναφέρονται οι κ. κ. Χρυσοχοΐδης, Χυτήρης, Μπεγλίτης, Ξενογιαννακοπούλου, Παπουτσής, Ξυνίδης και Βενιζέλος) όφειλαν επίσης να γνωρίζουν ότι η «εντολή» για την έκδοση εγγυήσεων σε αναμονή, δόθηκε από την τρόικα, προκειμένου να μην αποσταθεροποιηθεί το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, εν όψει των δυσμενών επιπτώσεων που έχει και θα έχει η δυσμενέστερη, έναντι προηγουμένων, κρίση των οίκων αξιολόγησης. Δηλαδή, για τον φόβο της Moody's και των άλλων. Ευτυχώς, η αξιολόγηση των οίκων αυτών έδειξε ότι οι τράπεζες είναι πιο σίγουρες, αφού η υποβάθμισή τους έγινε κατά δύο βαθμίδες αντί των τριών βαθμών που επιδαψίλευσαν στο Δημόσιο. Πράγματι, όταν υποβαθμίζεται η Ελλάδα, οι τράπεζες πρέπει να δώσουν στην ΕΚΤ νέους τίτλους και πρόσθετες εγγυήσεις, προκειμένου να συνεχίσουν να είναι ανοιχτές στο ασύλληπτο ποσό των 100 δισ. ευρώ, όπου έχει φτάσει η ρευστότητα την οποία έχει διαθέσει η Ευρωζώνη στην ελληνική οικονομία.
Προφανώς, οι λαϊκιστές υπουργοί (μαζί τους και ο κ. Μιχελάκης που εκπροσωπεί τη Ν. Δ.) έχουν αντιληφθεί τον πολύ μεγαλύτερο κίνδυνο, που έρχεται. Οι διευθύνοντες την ΕΚΤ έχουν ήδη ζητήσει την «απομόχλευση». Που, σε κανονικά ελληνικά σημαίνει ότι οι τράπεζες πρέπει να αρχίσουν να επιστρέφουν τα κεφάλαια και να μειώνουν την έκθεσή τους στη βοήθεια της κεντρικής τράπεζας του ευρώ. Εχουν άλλωστε κάθε συμφέρον να το πράξουν γρήγορα, αφού το επιτόκιο του ευρώ θα αυξηθεί και, επομένως, το κόστος εξυπηρέτησης των δανεικών κεφαλαίων θα μεγαλώσει.
Αρα, στους επόμενους μήνες, οι τράπεζες θα μειώσουν με εντατικούς ρυθμούς τα δάνεια που έχει ήδη πάρει η οικονομία. Οχι μόνον δεν θα αυξηθούν τα δάνεια, αλλά θα ζητηθεί από όσους έχουν υψηλά δάνεια να πωλήσουν κάτι από την περιουσία τους και να κλείσουν μέρος των δανείων τους. Ο πολιτικός λαϊκισμός στο ζήτημα των τραπεζών μοιάζει πολύ με τη ζημιά που έπαθε αυτός που «πήγε για μαλλί»!
Απο: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου