O Πρόδρομος
Αθανασιάδης γεννήθηκε στον Πόρο, μια
κωμόπολη, έδρα της ομώνυμης υποδιοικήσεως
(καζά), η οποία διοικητικά ανήκε στο
σαντζάκι της Νίγδης (Καππαδοκία). Το
όνομα ‘Μποδοσάκης’, με το οποίο έγινε
γνωστός στη μετέπειτα ζωή του, αποτελεί
παραφθορά του ονόματος ‘Πρόδρομος’
στα τουρκικά.
Η ακριβής
ημερομηνία της γεννήσεώς του δεν είναι
γνωστή, διότι ο πατέρας του, ο Θωμάς
Αθανασιάδης, δεν τον δήλωσε στα ληξιαρχικά
βιβλία, προκειμένου
να αποφύγει την
ετήσια πληρωμή των 25 γροσίων (ένα τέταρτο
της χρυσής τουρκικής λίρας), τα οποία
σύμφωνα με την τότε οθωμανική νομοθεσία,
πλήρωναν όλοι οι χριστιανοί επειδή δεν
είχαν υποχρέωση στρατιωτικής θητείας.
Κατά τους υπολογισμούς πάντως της
μητέρας του Δέσποινας, η ημερομηνία
γεννήσεως του Πρόδρομου Μποδοσάκη
πρέπει να ήταν η 12η Δεκεμβρίου 1891 (π.η.).
Ο Πρόδρομος
Μποδοσάκης Αθανασιάδης υπήρξε μια
μοναδική προσωπικότητα για την Ελλάδα
του 20ου αιώνα. Επί εξήντα περίπου χρόνια
ανέπτυξε πολύμορφες δημιουργικές
δραστηριότητες σε όλους τους τομείς
της σύγχρονης ζωής. Αναδείχθηκε σε έναν
από τους κορυφαίους επιχειρηματίες, με
μεγάλη αναγνώριση, αλλά ταυτόχρονα
αφιέρωσε τις δυνάμεις του και στην
υπηρεσία του έθνους, προσφέροντας σε
κρίσιμους καιρούς όχι μόνο σημαντική
οικονομική συνδρομή, αλλά και την
πολύτιμη πείρα του.
Τον Ιανουάριο
του 1923 ο Μποδοσάκης συναντήθηκε με τον
Ελ. Βενιζέλο στη Λωζάννη, όπου είχε
συγκληθεί η διεθνής διάσκεψη για τη
σύναψη συνθήκης ειρήνης μεταξύ Ελλάδας
και Τουρκίας. Αφού συζήτησαν πολύ ώρα
τις τραγικές εξελίξεις για τον ελληνισμό
στην Τουρκία, λίγο προτού χωρίσουν, ο
Βενιζέλος ρώτησε τον Μποδοσάκη τι
σκόπευε να κάνει.
Κι εκείνος του
απάντησε ότι είχε αποφασίσει να
εκατασταθεί σε κάποια ευρωπαϊκή χώρα
κι από εκεί να ξεκινήσει τις νέες
επιχειρηματικές δραστηριότητές του.
Ο Βενιζέλος
αντέδρασε έντονα : ‘ Όχι ! Πρέπει να
κατέβεις και να δουλέψεις στην Ελλάδα.
Εκεί χρειάζεσαι. Θέλω να μου υποσχεθείς
ότι αμέσως μετά την υπογραφή της συνθήκης
θα εγκατασταθείς στην Αθήνα’. Και ο
Μποδοσάκης το υποσχέθηκε …
O τραγικός
ξεριζωμός του Ελληνισμού της Ιωνίας
και το δράμα του 1.500.000 ρακένδυτων
προσφύγων που ήρθαν στην Ελλάδα
δημιούργησαν μια θλιβερή και αρρωστημένη
ατμόσφαιρα στη Χώρα.
Μέσα σ’ αυτή
την ατμόσφαιρα έφθασε ο Μποδοσάκης στις
10 Νοεμβρίου 1923 στην Αθήνα. Και αμέσως
βρέθηκε στο επίκεντρο της καταιγίδας.
΄Εχοντας προσωπική γνωριμία με όλους
τους πρωταγωνιστές της εποχής, πολιτικούς
και στρατιωτικούς, παρασύρθηκε στη δίνη
του σκληρού και αδίστακτου ανταγωνισμού,
παρ’ όλον ότι ο ίδιος αρνήθηκε πεισματικά
όλες τις πιεστικές προτάσεις που του
έγιναν για ενεργό ανάμιξή του στην
πολιτική.
H ιστορία της
Eταιρίας Ελληνικού Πυριτιδοποιείου &
Καλυκοποιείου αρχίζει ήδη από το 1908,
όταν η μικρή εταιρία όπλων και φυσιγγίων
των Αδελφών Μαλτσινιώτη συγχωνεύθηκε
με το Ελληνικό Πυριτιδοποιείο Χημικών
& Βιομηχανικών Προϊόντων. Το 1924, η
Ελληνική Κυβέρνηση δια της Εθνικής
Τράπεζας επιχειρεί να επαναδραστηριοποιήσει
την εταιρία με την συμμετοχή σ' αυτήν
της Εθνικής Τράπεζας, της Τράπεζας
Βιομηχανίας και του Μποδοσάκη. Η
προσπάθεια όμως αυτή αποτυγχάνει.
Τον Ιανουάριο
του 1934, ο τότε Διοικητής της Εθνικής
Δροσόπουλος κάλεσε τον Μποδοσάκη και
του ζήτησε να αναλάβει την εταιρία.
Μετά από σκληρή
διαπραγμάτευση, η Εθνική συμφώνησε να
του μεταβιβάσει την κυριότητα των
μετοχών της στην ΠΥΡ-ΚΑΛ. Η Τράπεζα
κράτησε τις μετοχές ως ενέχυρο και
δέχθηκε να χρηματοδοτήσει την εταιρία,
για να προβεί στις αναγκαίες επενδύσεις
και τον εκσυγχρονισμό του εξοπλισμού
της.
Από τη στιγμή
που τα δύο μέρη κατέληξαν σε συμφωνία,
ο Μποδοσάκης άρχισε την αναβίωση της
ΠΥΡ-ΚΑΛ. Η πρώτη περίοδος λειτουργίας
της μέχρι την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου
Πολέμου, υπήρξε κερδοφόρα, δεδομένου
ότι όλες οι ευρωπαϊκές χώρες είχαν
αρχίσει τις πολεμικές προετοιμασίες,
και η ζήτηση για πολεμικό υλικό ήταν
ιδιαίτερα αυξημένη. Πολύ σημαντικές
εξαγωγές πραγματοποιήθηκαν με αποδέκτη
τη νόμιμη Κυβέρνηση της Ισπανίας, που
είχε εμπλακεί σε εμφύλιο πόλεμο.
Στην Ελλάδα
όμως, η στάση των Ενόπλων Δυνάμεων ήταν
εχθρική προς τον Μποδοσάκη. Οι στρατιωτικοί
αμφισβητούσαν την ποιότητα των προϊόντων
ης ΠΥΡ-ΚΑΛ και συχνά προμηθευόντουσαν
πυρομαχικά από το εξωτερικό, παρά την
αναγνωρισμένη διεθνώς ποιότητα των
προϊόντων της εταιρίας. Ο Μποδοσάκης
όμως, δεν άφησε τη βιομηχανία να
υπολειτουργεί. Συνέχισε την παραγωγή
με εντατικούς ρυθμούς, δημιουργώντας
ψηλά αποθέματα που αποδείχθηκαν σωτήρια
όταν ξέσπασε ο ελληνοϊταλικός πόλεμος,
οπότε φάνηκε πόσο σωστή ήταν η πρωτοβουλία
του.
Στις αρχές του
1941, όταν πλέον η γερμανική εισβολή ήταν
προ των θυρών, ο Μποδοσάκης ζητούσε
επίμονα από την Κυβέρνηση να φυγαδεύσει
τον εξοπλισμό της ΠΥΡ-ΚΑΛ στη Μέση
Ανατολή, προκειμένου να μην πέσει στα
χέρια των Γερμανών. Η έγκριση δόθηκε
όταν πια ήταν πολύ αργά… Οι κατακτητές,
με την άφιξή τους στην Ελλάδα, έσπευσαν
να απογυμνώσουν το εργοστάσιο και να
μεταφέρουν τα πάντα στη Γερμανία...
Μεταπολεμικά,
η λειτουργία της ΠΥΡ-ΚΑΛ ξανάρχισε το
1951 με την είσοδο της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ.
Χάρη στις συνεχόμενες παραγγελίες του
ΝΑΤΟ και την προτροπή του Παπάγου, ο
Μποδοσάκης πραγματοποίησε μεγάλη
επένδυση εκσυγχρονισμού της βιομηχανίας,
που ολοκληρώθηκε το 1954.
Ωστόσο, η
μεταπολεμική περίοδος για την ΠΥΡ-ΚΑΛ
δεν είχε την αναμενόμενη ευτυχή έκβαση.
΄Ισως, γιατί η χρήση πολεμικού υλικού
μειώθηκε θεαματικά με το τέλος του
πολέμου, αλλά και γιατί η Ελλάδα, όπως
και άλλα κράτη, ήταν πλέον δέσμια του
μεταπολεμικού κλίματος του Ψυχρού
Πολέμου, οπότε και η πολεμική βιομηχανία
της δεν είχε πλέον τη δυνατότητα ελεύθερων
επιλογών όσον αφορά την αγορά και πώληση
πολεμικού υλικού. Εξ άλλου, ο κρατικός
παρεμβατισμός ήταν έντονος, γιατί το
κράτος ανέκαθεν εκδήλωνε την πρόθεση
να θέσει υπό τον απόλυτο έλεγχό του την
πολεμική βιομηχανία της χώρας.
Τελικά, μετά από
μια δύσκολη μεταπολεμική πορεία, η
ΠΥΡ-ΚΑΛ κρατικοποιήθηκε το 1981.
Με την έναρξη
της μεταπολεμικής περιόδου, ο Μποδοσάκης
αποφάσισε να επεκτείνει την επιχειρηματική
του δραστηριότητα σε νέους τομείς.
Την κατάλληλη
ευκαιρία του προσέφερε η Εταιρία
Λιπασμάτων, μετέπειτα ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗ
ΕΤΑΙΡΙΑ ΧΗΜΙΚΩΝ ΠΡΟΊΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΛΙΠΑΣΜΑΤΩΝ
(A.E.E.X.Π. & Λ.). Η Εταιρία αυτή, που είχε
ιδρυθεί το 1909, βρισκόταν σε δεινή
οικονομική κατάσταση λόγω κακής
διαχείρισης.
Ο Μποδοσάκης
διέγνωσε τις καλές προοπτικές της και
αγόρασε, μετά από σύντομη διαπραγμάτευση,
από τους κληρονόμους των ιδρυτών το
πλειοψηφικό πακέτο μετοχών της Εταιρίας
τον Οκτώβριο του 1946, ενώ τον Ιανουάριο
του 1947 πέτυχε ευνοϊκή ρύθμιση των οφειλών
της από τις δανείστριες Tράπεζες.
Απερίσπαστος
πλέον επιδόθηκε με ζήλο στην ταχύρρυθμη
εξυγίανση και ανάπτυξη της Εταιρίας, η
οποία εκείνη την εποχή διέθετε μονάδα
παραγωγής υπερφωσφορικών λιπασμάτων
στη Δραπετσώνα και τα μεταλλεία
σιδηροπυρίτη στη Χαλκιδική, που
τροφοδοτούσαν το εργοστάσιο λιπασμάτων
με πρώτη ύλη. Είχε επίσης στην ιδιοκτησία
της μεταλλεία χαλκού στην Κύπρο.
Υπό τη στιβαρή
διοίκηση του Μποδοσάκη, μετά από σύντομο
χρονικό διάστημα, η κατάσταση άλλαξε
άρδην. Οι πωλήσεις λιπασμάτων αυξήθηκαν
με άλματα και το σακκί με σήμα τον κόκκορα
έγινε γνωστό σε όλη την Ελλάδα, ενώ η
συνακόλουθη κερδοφορία επέτρεψε την
πλήρη οικονομική εξυγίανση της Α.Ε.Ε.Χ.Π.
& Λ. και την εξόφληση των οφειλών της
προς τις Τράπεζες.
Οσον αφορά στα
μεταλλεία χαλκού της Α.Ε.Ε.Χ.Π. & Λ. στην
Κύπρο, ο Μποδοσάκης ίδρυσε νέα Εταιρία,
προκειμένου να γίνεται η διαχείριση
επί τόπου, γιατί είχε διαπιστωθεί ότι,
από την Αθήνα η παρακολούθηση των
εργασιών ήταν ανεπιτυχής. Με την κίνηση
αυτή η δυσμενής πορεία αντεστράφη και
η νέα Εταιρία σύντομα παρουσίασε
σημαντική κερδοφορία.
Τότε, ο Μποδοσάκης
πήρε μια εντυπωσιακή όσο και πρωτότυπη
απόφαση. Αντί να εισπράττει κάθε χρόνο
μερίσματα από τα κέρδη, όρισε να
διατίθενται αυτά για επενδύσεις, που
θα εξασφαλίσουν νέες θέσεις εργασίας
στους κατοίκους του νησιού. Αξίζει να
αναφερθεί ότι το 1953, ο Όμιλος των
Επιχειρήσεων Μποδοσάκη στην Κύπρο,
προσέφερε απασχόληση σε 3.000 Κύπριους.
Τέλος, το 1960 ο Μποδοσάκης δώρησε στην
Κυπριακή Κυβέρνηση το σύνολο των
περιουσιακών του στοιχείων στην Κύπρο,
προκειμένου να αξιοποιηθούν υπέρ του
κυπριακού λαού.
Η δεκαετία του
1950 ήταν η περίοδος μεγάλης ακμής για
την Α.Ε.Ε.Χ.Π. & Λ., η οποία τότε διέθετε
τρεις βιομηχανικούς κλάδους με πληθώρα
προϊόντων, τα οποία πωλούσε τόσο στην
εγχώρια αγορά όσο και στο εξωτερικό.
Η Α.Ε.Ε.Χ.Π. &
Λ. διέθετε επίσης ανά την Ελλάδα μεταλλεία
σιδηροπυρίτη, μολύβδου, ψευδαργύρου,
λιγνίτη και χρωμίου.
Μετά τη 'χρυσή'
δεκαετία του 1950, η επιχείρηση παρέμεινε
σε κερδοφορία, με διακυμάνσεις, μέχρι
την πλήρη απελευθέρωση της αγοράς
λιπασμάτων στις αρχές της 10ετίας του
1990. ΄Εκτοτε, παρέδωσε τη σκυτάλη στη
θυγατρική της εταιρία των ΧΗΜΙΚΩΝ
ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΩΝ ΒΟΡΕΙΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.
(Χ.Β.Β.Ε), στην οποία πέρασαν σταδιακά οι
εμπορικές δραστηριότητες της Α.Ε.Ε.Χ.Π.
& Λ. στη Ν. Ελλάδα.
Οι Χ.Β.Β.Ε.
συνέχισαν κανονικά τη λειτουργία τους
μέχρι το 2000 και στη συνέχεια συγχωνεύθηκαν
με τη ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΦΩΣΦΟΡΙΚΩΝ ΛΙΠΑΣΜΑΤΩΝ
Α.Ε. (Β.Φ.Λ.) της Καβάλας.
Εδώ, πρέπει να
αναφέρουμε και ένα έργο μεγάλης πνοής
που ξεκίνησε ο Μποδοσάκης το 1955, αλλά
δεν ευτύχησε να απολαύσει τους καρπούς
των μόχθων του. Η πρωτοβουλία του όμως
αυτή δίνει το μέτρο της επιχειρηματικής
φαντασίας του Μποδοσάκη.
Πρόκειται για
το έργο αξιοποίησης της λιγνιτοφόρου
περιοχής Πτολεμαϊδας, με παράλληλη
δημιουργία Μονάδας Ηλεκτροπαραγωγής
και άλλων βιομηχανιών, που θα
χρησιμοποιούσαν τον λιγνίτη σαν πρώτη
ύλη (π.χ. αζωτούχα λιπάσματα ).
Ο Μποδοσάκης
δημιούργησε για τον σκοπό αυτό την
‘ΛΙΠΤΟΛ’ και ξεκίνησε την μεγάλη
προσπάθεια. Δυστυχώς, με διάφορες
μεθοδεύσεις, τα επόμενα χρόνια
υποχρεώθηκε να εκχωρήσει τα δικαιώματά
του στο Ελληνικό Δημόσιο και τελικά
τη ΔΕΗ.
Με δικαιολογημένη
πικρία, ο Μποδοσάκης γράφει : ‘Αυτό
είναι το έργο, που χωρίς τη δική μου
αποκλειστικά πρωτοβουλία, τον δικό μου
μόχθο, τις δικές μου γνωριμίες και τις
δικές μου δαπάνες, δεν θα είχε γίνει
ποτέ’.
Στις 16 Ιουλίου
1952 το Ελληνικό Δημόσιο εκμισθώνει, μετά
από δημόσιο διαγωνισμό στον οποίο
πλειοδότησε ο Μποδοσάκης, τα δικαιώματα
μεταλλειοκτησίας της περιοχής Λαρύμνης
στην Α.Ε.Ε.Χ.Π. & Λιπασμάτων.
Ακολούθησε μία
μακρά περίοδος διαπραγματεύσεων πρώτα
με την Καναδική Εταιρία INCO και στη
συνέχεια με την Γαλλική Le Nickel.
Τελικά, το 1963
συνεστήθη η Εταιρία ΛΑΡΚΟ με συμμετοχή
της Le Nickel κατά 21,5%.
Η συμμετοχή των
Γάλλων στη ΛΑΡΚΟ διήρκεσε μέχρι το 1968,
οπότε και απεχώρησαν. Στο διάστημα αυτό
όμως ο Μποδοσάκης πέτυχε την μεταφορά
τεχνογνωσίας στη Μεταλλουργία Λαρύμνης.
Η ΛΑΡΚΟ βρήκε
έτσι το δρόμο της, η παραγωγή νικελίου
από 109 τόννους το 1966 ξεπέρασε τους 2.300
το 1967 και, με συνεχή άνοδο, έφθασε τους
16.500 το 1976.
Δικαιώθηκε έτσι
ο Μποδοσάκης για την πίστη και τους
αγώνες που έδωσε για την επιτυχία του
εγχειρήματος.
Με το θάνατό
του, στις 18 Ιανουαρίου 1979, έκλεισε ο
κύκλος μιας πολύπλευρης παραγωγικής
ζωής. Αλλά τα έργα ευποιίας που αθόρυβα
είχε επιτελέσει σε όλη τη μακρά ζωή του
συνεχίζονται μέχρι σήμερα, χάρη στο
΄Ιδρυμα Μποδοσάκη, το τελευταίο και πιο
σημαντικό ‘παιδί’ του, όπως συνήθιζε
να λέει ο ίδιος χαμογελώντας.
Ο Μποδοσάκης
Αθανασιάδης, συνέχισε επάξια την εθνική
παράδοση των μεγάλων Ευεργετών του
Γένους, γι’ αυτό και δίκαια η σύγχρονη
ιστορία τον κατέταξε μεταξύ αυτών.
Το μυστικό της
επιτυχίας του Μποδοσάκη ήταν η αγάπη
του για τη δημιουργία και όχι για το
χρήμα.Το γεγονός ότι, όντας ακόμη εν
ζωή, κληροδότησε στο ΄Ιδρυμα Μποδοσάκη
όλη του την περιουσία σήμαινε ότι είχε
θέσει ως σκοπό της ζωής του τη δημιουργία
και τη συμπαράσταση στην Πολιτεία και
στο συνάνθρωπο.
Απο: www.bodossaki.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου