Σε
εκρηκτικό πρόβλημα με τεράστιες οικονομικές και κοινωνικές διαστάσεις
έχει εξελιχθεί η υπερχρέωση των ελληνικών νοικοκυριών έναντι των
τραπεζών, ιδιαίτερα την τελευταία τριετία, που οι πολιτικές όλων των
κυβερνήσεων και των Μνημονίων έχουν οδηγήσει σε βάναυσες επιθέσεις,
άμεσες και έμμεσες, στα εισοδήματα μισθωτών, μικρομεσαίων,
επαγγελματιών, συνταξιούχων.
Τη
στιγμή που η τρικομματική κυβέρνηση δρομολογεί νέο “πακέτο” περικοπών
και φορολογικών επιδρομών, η υπερχρέωση μέσω στεγαστικών, καταναλωτικών
και άλλων δανείων και πιστωτικών καρτών και οι αδιάλλακτες τραπεζικές
πρακτικές διαλύουν τον κοινωνικό ιστό. Οικογένειες στις οποίες άλλαξαν
άρδην τα οικονομικά δεδομένα με συνοπτικές διαδικασίες, ακόμα και εν μια
νυκτί, με μέλη τους να είναι άνεργα ή να υποαπασχολούνται ή, “στην
καλύτερη περίπτωση”, να έχουν υποστεί περικοπές μισθών/συντάξεων,
αδυνατούν να εξυπηρετήσουν τις υψηλές δόσεις που απαιτούν οι τράπεζες
-στο πλαίσιο συμβάσεων που είχαν υπογραφεί με άλλα εισοδήματα-,
απειλούνται να χάσουν τα σπίτια τους, υφίστανται εκβιασμούς με
αυθαίρετες αναλήψεις από λογαριασμούς τους και διαρκείς οχλήσεις.
Τελικά
τα χρέη διογκώνονται επικίνδυνα χωρίς να διαφαίνεται άμεση και
ουσιαστική διέξοδος, με επιπτώσεις ακόμα και στην ψυχική-σωματική υγεία
και στις κοινωνικές σχέσεις των υπερχρεωμένων πολιτών.
Πρόσφατα
στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος αναφέρονται σε καθυστερήσεις
αποπληρωμής δανειακών δόσεων, το πρώτο τρίμηνο 2012, που ανέρχονται σε
17,2% για στεγαστικά δάνεια και σε 32% για καταναλωτικά δάνεια με
συνολικό ποσό δανείων σε καθυστέρηση άνω των 45 δισ. Προβλέπεται ότι δε
την επόμενη διετία θα εκτοξευτούν σε ποσοστά άνω του 45% εξαιτίας της
δραματικής μείωσης των εισοδημάτων και της εντεινόμενης ανεργίας.
Πάντως,
μιλώντας στην "Αυγή" της Κυριακής η γενική διευθύντρια της
καταναλωτικής οργάνωσης ΕΚΠΟΙΖΩ, που έχει ασχοληθεί εδώ και χρόνια και
εκτεταμένα με το θέμα της υπερχρέωσης, Παναγιώτα Καλαποθαράκου, εκτίμησε
ότι πάνω από το 50% όσων έχουν δάνεια δεν μπορούν πλέον να
ανταποκριθούν, ενώ αναφέρθηκε σε μέσο όρο οφειλών περί τις
150.000-200.000 ευρώ, που στις περισσότερες περιπτώσεις περιλαμβάνουν
στεγαστικά δάνεια. Τόνισε δε ότι μόνο στην ΕΚΠΟΙΖΩ έχουν απευθυνθεί
περίπου 100.000 μέσα σε ένα έτος, ενώ σήμερα βρίσκεται σε συστηματική
επαφή με 9.000 καταναλωτές που αντιμετωπίζουν πρόβλημα υπερχρέωσης.
Όπως
επισήμανε, πρέπει να γίνει άμεσα “κούρεμα” χρεών για την εξυπηρέτηση
των οφειλών, με παράλληλη μείωση των επιτοκίων που φτάνουν έως 24%,
αναστολή πλειστηριασμών για μια τριετία για να μην χάσουν οι
δανειολήπτες τα σπίτια τους, αλλά και δημιουργία συμβουλευτικών
μηχανισμών υποστήριξης υπερχρεωμένων νοικοκυριών, καθώς και δωρεάν
παροχή ψυχολογικής υποστήριξης - που ήδη υπάρχει στην ΕΚΠΟΙΖΩ. Για την
κατάσταση που έχει διαμορφωθεί από την υπερχρέωση των πολιτών,
επισήμανε: “είναι ευθύνη της Πολιτείας και των τραπεζών, οι νόμοι δεν
εφαρμόζονται, δεν υπάρχει έλεγχος, οι τράπεζες εμπαίζουν και υπάρχει
συνέργια με το κράτος”.
Νόμος 3869/2010
“Σταγόνα
στον ωκεανό” αποδείχτηκε εξάλλου ο νόμος 3869/2010, που αφορούσε σε
ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων νοικοκυριών, γνωστός και ως νόμος Κατσέλη,
καθώς ελάχιστος αριθμός υποθέσεων είχε θετική έκβαση στα δικαστήρια,
ενώ σε επίπεδο εξωδικαστικής-συμβιβαστικής λύσης με τις τράπεζες η
πλειοψηφία των δανειοληπτών δεν είχε καμία τύχη.
Υπενθυμίζεται
ότι ο νόμος αφορά στη ρύθμιση χρεών (καταναλωτικά, στεγαστικά δάνεια
κ.λπ.) φυσικών προσώπων, εφόσον έχει προηγηθεί, υποχρεωτικά, προσπάθεια
εξωδικαστικού συμβιβασμού. Στο σκέλος του εξωδικαστικού συμβιβασμού οι
ιδιώτες συνάντησαν κυρίως απροθυμία-αδιαφορία των τραπεζών μέσω διαφόρων
αποτρεπτικών ή παρελκυστικών πρακτικών, ενώ η δικαστική οδός έχει
βραδείς ρυθμούς και έξοδα.
Σύμφωνα
με στοιχεία της ΕΚΠΟΙΖΩ (Ιούλιος 2012), από 26.015 αιτήσεις που έχουν
αποσταλεί προς τις τράπεζες έχει απαντηθεί επί της ουσίας με
εξατομικευμένες απαντήσεις ποσοστό κάτω του 5%, αλλά δεν έχει επιτευχθεί
κανένας συμβιβασμός στο πλαίσιο του νόμου.
Οι βασικοί λόγοι αποτυχίας εξωδικαστικού συμβιβασμού, εξαιτίας της στάσης των τραπεζών, συνοψίζονται στα εξής:
-Απροθυμία
για διακανονισμό με τυποποιημένες απαντήσεις απορριπτικού χαρακτήρα ή
προτάσεις για διακανονισμό που δεν ελαφρύνουν τον καταναλωτή (όπως:
ζητούν εγγυητές και εμπράγματες ασφάλειες, προχωρούν αυτεπάγγελτα σε
προσημειώσεις ακινήτων, ακόμα και για οφειλές 7.000-10.000 ευρώ,
προτείνουν προγράμματα με επιτόκια άνω του 10% ή αιώνιες δόσεις,
αυξάνουν στην επαναδιαπραγμάτευση τα επιτόκια έως και 3%).
-Προσχηματικές αόριστες απαντήσεις (ζητούν πληθώρα δικαιολογητικών κ.λπ.).
-Απαξίωση του φορέα που συνδράμει επιδιώκοντας διαπραγμάτευση απευθείας με τους καταναλωτές.
-Επιθετικές
πρακτικές (π.χ. αντί απάντησης σε αίτημα, οι τράπεζες εκδιδουν διαταγές
πληρωμής ή καταγγέλλουν εξώδικα τις συμβάσεις ή κοινοποιούν
κατασχετήρια και οχλούν καθημερινά στο τηλέφωνο μέσω εισπρακτικών
εταιρειών).
Όπως
επισήμανε η Π. Καλαποθαράκου, ο νόμος είναι καλός, αν και χρειάζεται
βελτιώσεις, αλλά σε κάθε περίπτωση δεν “κάνει” για τις παρούσες συνθήκες
και η πολιτεία πρέπει πια να αγκαλιάσει το κοινωνικό πρόβλημα της
υπερχρέωσης. Σήμερα βρισκόμαστε πλέον σε έκτακτη κατάσταση, σημείωσε και
τόνισε ότι χρειάζονται δραστικές διαγραφές χρεών και επέμβαση του
κράτους για να παραμείνει η κοινωνία υγιής. Σχετικά με τη φημολογία που
θέλει την κυβέρνηση να συζητά καταβολές στις τράπεζες που θα
αντιστοιχούν στο 30% του μισθού του υπερχρεωμένου, η κ. Καλαποθαράκου τη
χαρακτήρισε “πυροτέχνημα”, αναφέροντας μόνο το εξής παράδειγμα: για
μισθωτό με 1.000 ευρώ μισθό και με συνολικά δάνεια ύψους 100.000, με
επιτόκιο στην καλύτερη περίπτωση 3,5% και πληρωμή στο 30% του μισθού, η
αποπληρωμή θα γίνει σε 80 χρόνια ή σε 960 μήνες...
Κοινωνικές διαστάσεις της υπερχρέωσης
Ενδεικτικές
της κατάστασης που δημιουργεί η “θηλιά” των χρεών προς τις τράπεζες
στην κοινωνία είναι οι επιπτώσεις τους στην ψυχική - σωματική υγεία,
αλλά και στις κοινωνικές σχέσεις των υπερχρεωμένων πολιτών.
Σύμφωνα
με έρευνα που διενήργησε η ΕΚΠΟΙΖΩ πέρσι, πάνω από 7 στους 10
δανειολήπτες δήλωσαν ότι η υπερχρέωση επηρεάζει σημαντικά την ψυχική
τους υγεία, σχεδόν 6 στους 10 έκαναν λόγο για επιπτώσεις και στη
σωματική υγεία, ενώ περίπου οι μισοί από τους ερωτηθέντες αναφέρθηκαν
στις επιδράσεις της υπερχρέωσης στις οικογενειακές, επαγγελματικές και
φιλικές τους σχέσεις. Όπως αναφέρεται στην έρευνα, η απόσταση καθαυτή
μεταξύ των προσώπων, η μείωση των τηλεφωνημάτων, των επισκέψεων και η
απουσία από τις κοινωνικές εκδηλώσεις είναι παράγοντες που επιδρούν στην
ψυχική υγεία των ατόμων.
Επιπλέον,
η μη ομαλή ροή εισοδήματος, η συνεχής μείωσή του, καθώς και η σύγχυση
στην αγορά εργασίας δεν επιτρέπουν την προνοητικότητα και τον ορθολογικό
σχεδιασμό του μέλλοντος και διαταράσσουν την κοινωνική συνοχή. Η
φτώχεια και το χαμηλό εισόδημα έχουν συνδεθεί με υψηλότερη επικράτηση
της κατάθλιψης σε αρκετές έρευνες, ενώ οι δυσμενείς κοινωνικοοικονομικές
συνθήκες μιας χώρας επιδρούν στην προσωπική οικονομική ευημερία που
συνεπάγεται την ανάπτυξη ψυχοπαθολογίας.
Η
ίδια έρευνα φαίνεται να ανασκευάζει και το στερεότυπο που υπάρχει για
τους υπερχρεωμένους -ότι υπερκαταναλώνουν-, καθώς διαπιστώνεται πως ο
δανεισμός αφορά κυρίως βασικές καθημερινές ανάγκες. Ενδεικτικά
αναφέρεται ότι το 50,6% δανείστηκε για να καλύψει βασικές καθημερινές
ανάγκες, το 46,9% για αγορά-επισκευή σπιτιού (κύρια κατοικία) και 44,4%
για δαπάνες υγείας.
Εξάλλου,
τα νοικοκυριά κάνουν χρήση διαφόρων μεθόδων εξοικονόμησης πόρων,
ακολουθούν ενεργητικές στρατηγικές, με χρήση οικονομικού και ανθρώπινου
κεφαλαίου: αύξηση των μελών του νοικοκυριού που συμμετέχουν στην αγορά
εργασίας, αύξηση των ωρών απασχόλησης (π.χ. με δεύτερη εργασία), πώληση
μόνιμης κατοικίας, διαρκών καταναλωτικών αγαθών (π.χ. εξοχικών κατοικιών
ή αυτοκινήτων) και αντικειμένων αξίας, κατανάλωση της ήδη υπάρχουσας
αποταμίευσης, δανεισμός, μετανάστευση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου