Δευτέρα 23 Δεκεμβρίου 2013

Ευεργέτης με όραμα


ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗΣ ΜΠΟΔΟΣΑΚΗΣ

Ο Πρόδρομος Αθανασιάδης Μποδοσάκης είναι ο άνθρωπος που ενσάρκωσε τη βιομηχανοποίηση της Ελλάδας στον 20ό αιώνα. Το όραμά του μετουσιώθηκε σε ανάπτυξη της χώρας. Κι αυτό δεν είναι πάρα μόνο ένας λόγους που τον κατατάσσει στους εθνικούς ευεργέτες.
Ο Μποδοσάκης ανήκει εις τους χαρακτηριστικούς τύπους των Ελλήνων της Ανατολής τους οποίους εις πάσαν περίπτωσιν συναντά ο ιστορικός καθ’ όλη τη μακραίωνη ιστορία του έθνους.






Ανήσυχος, με μεγάλη φαντασία με ευρείς οραματισμούς που φτάνουν μέχρι και της πλήρους άγνοιας του κινδύνου. Ολοι όμως οι μεγάλοι δημιουργοί υπήρξαν άνευ εξαιρέσεως ριψοκίνδυνοι. Δια τον επιμένοντα να δρα εκ του ασφαλούς είναι απρόσιτα τα ύψη επιτεύξεων». Mε αυτά τα λόγια σκιαγράφησε τον Πρόδρομο Αθανασιάδη Μποδοσάκη ο Σπύρος Μαρκεζίνης στο βιβλίο του «Πολιτική Ιστορία της Νεωτέρας Ελλάδος». Ο Ελληνας πολιτικός δεν θα μπορούσε να παραλείψει πως ο Πρόδρομος Αθανασιάδης Μποδοσάκης συμπλήρωνε τη δραστηριότητά του «δια γενναιοδώρου προσφοράς εις το έθνος η οποία τον κατατάσσει μεταξύ των εν ζωή εθνικών ευεργετών».

Τα ποσά που προσέφερε στο έθνος τα έδινε χωρίς καμία ιδιοτέλεια ενώ είναι χαρακτηριστικό πως αρνήθηκε πολλές προτάσεις που του έγιναν για να ασχοληθεί με την πολιτική. Χαρακτηριστικά, σε δείπνο που τον είχε προσκαλέσει ο πρέσβης των Η.Π.Α. στην Αθήνα Γκρέιντι ο Κωνσταντίνος Τσαλδάρης, τότε αντιπρόεδρος της κυβερνήσεως, που μετείχε στο δείπνο απευθύνθηκε χαμογελώντας προς τον Μποδοσάκη: «Τι γυρεύεις εδώ κύριε Μποδοσάκη; Μήπως πας για υπουργός;» Και ο Μποδοσάκης απάντησε: «Εγώ δεν εννοώ να γίνω ?πρώην?, όπως κάθε τόσο γίνεσαι εσύ. Είμαι και θα μείνω ο Μποδοσάκης».

Το όνομα «Μποδοσάκης» με το οποίο έγινε γνωστός αποτελεί μια παράφραση της λέξης «Μποντός» που σημαίνει «πρόδρομος» στα τούρκικα.Με αυτήν την ονομασία θα γίνει γνωστός αφότου ξεκίνησε το εμπόριο από την ηλικία των 12. Στα 17 του ήταν ένας από τους σημαντικούς παράγοντες της περιοχής. Παράλληλα με τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες ο Μποδοσάκης από νωρίς και πριν εγκατασταθεί στην Ελλάδα άρχισε το κοινωφελές του έργο. Το 1919, σε ηλικία 28 ετών, έκανε δωρεά στο Ηράκλειο της Κρήτης για την ανέγερση σχολείου, που πήρε το όνομά του. Μετά, αφού δεν δέχτηκαν τις 50 χιλιάδες λίρες του για την ανέγερση της Ελληνικής Πρεσβείας στην Κωνσταντινούπολη, έκανε δωρεές στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, σε εκκλησίες, σε φιλανθρωπικά ιδρύματα, σε συλλόγους, σε πνευματικούς και καλλιτεχνικούς οργανισμούς, σε εκπαιδευτήρια. 


Το εμπόδιο που θα αντιταχθεί στις δραστηριότητές του ήταν ο πόλεμος. Ο Μποδοσάκης έζησε το δράμα της Μικρασιατικής Καταστροφής και είδε τις επιχειρήσεις του να καταστρέφονται. Το 1923 αποφάσισε να εγκατασταθεί στην Ελλάδα. Για να γίνει αυτό χρειάστηκε να τον παροτρύνει ο ίδιος ο πρωθυπουργός της χώρας, εκείνη την εποχή, Ελευθέριος Βενιζέλος. 


Τον Ιανουάριο του 1923 ο Ελληνας βιομήχανος συνάντησε τον Ελευθέριο Βενιζέλο στη Λοζάνη όπου είχε συγκληθεί διεθνής διάσκεψη για την επίτευξη ειρήνη μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος δεχόταν τότε έντονες πιέσεις από τους Ελληνες της Μικρασίας που δεν μπορούσαν να δεχτούν ότι ο ξεριζωμός από τα μέρη τους ήταν οριστικός. Η πίεση ήταν τόσο έντονη, που έκανε τον Ελληνα πρωθυπουργό να χάσει τον ύπνο του για τρεις μέρες. Μέσα σε αυτό το κλίμα απευθύνθηκε στον Μποδοσάκη και τον ενημέρωσε πως: «... Οι Ελληνες που έφυγαν δεν μπορούν πλέον να επιστρέψουν στην Τουρκία. Και όσοι έμειναν θα εξαναγκαστούν από τους Τούρκους πολύ γρήγορα να φύγουν.Δεν υπάρχει πλέον ψωμί για τους Ρωμιούς στην Τουρκία!».
Μετά ο Βενιζέλος ρώτησε τον Μποδοσάκη τι σκοπεύει να κάνει. Ο Μποδοσάκης του είπε πως σκέφτεται να εγκατασταθεί σε κάποια ευρωπαϊκή χώρα ώστε να συνεχίσει εκεί τις δραστηριότητες του. Ο Βενιζέλος αντέδρασε έντονα: «Οχι! Πρέπει να κατέβεις να δουλέψεις στην Ελλάδα. Εκεί χρειάζεσαι». 

Ετσι ο Μποδοσάκης έφτασε στις 10 Νοεμβρίου 1923 στην Αθήνα. Εγκαταστάθηκε μαζί με τη γυναίκα του Ιωάννα και την αδελφή της Μαρί Γκεμπάουερ στο ξενοδοχείο «Πτι Παλαί» που λειτουργούσε σαν παράρτημα της «Μεγάλης Βρεταννίας» κι άρχισε αμέσως τις συναντήσεις με τους ανθρώπους που συνήθιζε να επισκέπτεται: τους πρωταγωνιστές της ιστορίας,όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και ολόκληρου του κόσμου.
Γιατί ο Μποδοσάκης από τα πρώτα χρόνια της δραστηριότητας του ερχόταν σε επαφή, λόγω της δουλειάς, με ανθρώπους από ολόκληρο τον πλανήτη. Από την Ινδία και την Τουρκία μέχρι την Ελβετία, την Αγγλία και τη Γερμανία. Ο Μποδοσάκης ήταν επιχειρηματίας της παγκοσμιοποίησης πολύ πριν η «παγκοσμιοποίηση» γίνει μόδα του 21ου αιώνα.

Στην Αθήνα ο Μποδοσάκης βρέθηκε σχεδόν χωρίς χρήματα. Οπως έλεγε χαρακτηριστικά ?πηγαίνοντας στο περίπτερο για να αγοράσω τσιγάρα διαπίστωσα ότι είχα μόνο 11 δραχμές, ενώ τα τσιγάρα κόστιζαν 13. Αναγκάστηκα να μην καπνίζω?. Ετσι ξαναξεκίνησε από το μηδέν διαθέτοντας πάντα ως ισχυρό όπλο τη θέληση για επιτυχία.

Μία από τις πρώτες μέρες του Ιανουαρίου του 1934 ο διοικητής της Εθνικής Τράπεζας Ιωάννης Δροσόπουλος κάλεσε τον Μποδοσάκη στο γραφείο του και του ζήτησε να αναλάβει τα ηνία της ΠΥΡ-ΚΑΛ. Υστερα από σκληρή διαπραγμάτευση, η Εθνική συμφώνησε να του μεταβιβάσει την κυριότητα των μετοχών της στην ΠΥΡ-ΚΑΛ. Η Τράπεζα κράτησε τις μετοχές ως ενέχυρο και δέχθηκε να χρηματοδοτήσει την εταιρεία, για να προβεί στις αναγκαίες επενδύσεις και τον εκσυγχρονισμό του εξοπλισμού της.Ο Μποδοσάκης άρχισε αμέσως την αναβίωση της. Ηταν πλέον 43 ετών. «Ρίχτηκα με τα μούτρα στη δουλειά. Ξυπνούσα πριν ξημερώσει. Πολλές νύχτες τις πέρασα στο εργοστάσιο. Ηθελα με κάθε τρόπο να φτιάξω μια πολεμική βιομηχανία εφάμιλλη, αν όχι καλύτερη, των ευρωπαϊκών».


Το όραμα του Μποδοσάκη έγινε αληθινό. Σ’ αυτό συνέβαλε τα μάλλα ο ισπανικός εμφύλιος. Οι παραγγελίες, αρχικά για φυσίγγια και στη συνέχεια και για άλλα όπλα, από την ισπανική κυβέρνηση έκανε το ΠΥΡ-ΚΑΛ κερδοφόρα. Ετσι εγκαινιάστηκε στις 18 Μαρτίου 1937 και το Οβιδουργείο παρουσία του βασιλιά Γεωργίου, του Μεταξά και ολόκληρης της Ελληνικής κυβέρνησης.
Η πετυχημένη εμπειρία της ΠΥΡ-ΚΑΛ επιβεβαίωσε στο μυαλό του διοικητή της Εθνικής Ιωάννη Δροσόπουλου τη δυνατότητα του Μποδοσάκη να παίρνει μια προβληματική επιχείρηση και να τη μετατρέπει σε κερδοφόρα. Ετσι αποφάσισε να του μεταβιβάσει την κυριότητα της «Ελληνικής Εριουργίας». 

Μεταπολεμικά ο Μποδοσάκης εξαπλώθηκε σε μια σειρά από καινούργιες δραστηριότητες. Σαν «όχημα» χρησιμοποίησε την «Εταιρία Λιπασμάτων» που έγινε μετέπειτα γνωστή και σαν «Ανώνυμος Ελληνική Εταιρία Χημικών Προϊόντων και Λιπασμάτων». Από την άλλη η ΠΥΡ-ΚΑΛ μετά από μια δύσκολη μεταπολεμική πορεία κρατικοποιήθηκε το 1981.
Ο Πρόδρομος Αθανασιάδης Μποδοσάκης πέθανε στις 18 Ιανουαρίου του 1979 σε ηλικία 88 ετών.Με το επιχειρηματικό του δαιμόνιο και η δουλειά του έφτασε να καλύπτει το 35% της συνολικής βιομηχανικής δραστηριότητας στη χώρα -δημιουργώντας 15.000 θέσεις εργασίας. Ετσι δικαιολογείται η βασίλισσα Φρειδερίκη που τον παρουσίασε στον πρόεδρο της Δυτικής Γερμανίας λέγοντας: «Αυτός είναι η Ελλάδα!».



Οι αρχές ενός μεγιστάνα


...Τίποτα δεν γίνεται χωρίς την εργασίαν, η οποία είναι ο κύριος και πρωταρχικός παράγων της ζωής, όχι μόνο γιατί δημιουργεί και δίδει περιεχόμενο εις την ζωήν, αλλά και διότι εξαγνίζει. Η τιμιότης είναι το απαραίτητο πλαίσιον της εργασίας και της ζωής. Είναι τόσον πολύτιμος και τόσον απαραίτητος, ώστε η συμμόρφωσις προς αυτήν πρέπει εν ανάγκη να πληρώνεται με θυσίας. Αλλά αι θυσίαι αύται είναι εις την πραγματικότητα καταθέσεις κεφαλαίων, αι οποίαι αργότερα θα αποδώσουν πλουσιωτάτους καρπούς.
Η καλωσύνη είναι η πλέον χαρακτηριστική ιδιότης των ανθρώπων, η οποία τους πλησιάζει προς τον Θεόν και τους χαρίζει την πραγματικήν ευτυχίαν. Δια να έχη όμως αξία η καλωσύνη, πρέπει πρώτον να είναι ενεργητική και δεύτερον να είναι αναποσπάστως συνδεδεμένη με την δικαιοσύνην.?
?Απόσπασμα από τη διαθήκη του. Ο Μποδοσάκης κατέστησε μόνο και αποκλειστικό κληρονόμο του το ομώνυμο Ιδρυμα, το οποίο ίδρυσε το 1972. Είναι οι υποθήκες που με τη διαθήκη του κατέλειπε στους διαδόχους του στο Ιδρυμα.



Οι δωρεές του

  • Το 1935 οι Times του Λονδίνου υπολόγιζαν σε 200 χιλιάδες λίρες την προσφορά του σε ενίσχυση νέων ανθρώπων για να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους.
  • Το 1955 δώρισε 400 χιλιάδες δολάρια για την ανέγερση τεχνικής σχολής στην Κύπρο. Και το 1960 δώρισε και μεταβίβασε στην ελληνική κοινότητα της Κύπρου τις μετοχές των κυπριακών επιχειρήσεων που είχε στο όνομά του.
  • Το 1968 ο Μποδοσάκης και η σύζυγός του όρισαν με συμβολαιογραφική πράξη ότι μετά τον θάνατό τους το σπίτι τους, που έχει σημερινή αξία 45 εκ. ευρώ, θα περιερχόταν στο Ελληνικό Δημόσιο.
  • Το 1971 ο Μποδοσάκης προσέφερε τα χρήματα για την αγορά οικοπέδου 185 στρεμμάτων για την ανέγερση του Μποδοσάκειου Δημοτικού Σχολείου του Κολλεγίου Αθηνών. Το κόστος του έργου ανέρχεται σε σημερινές αξίες στα 53,5 εκ. ευρώ.
  • Το 1976 έκανε δωρεά, σημερινής αξίας 4 εκ. ευρώ, για την ανέγερση των Γενικών Αρχείων του Κράτους.


ΘΑΝΑΣΗΣ ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ


Aπο: ethnos.gr









Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΛΑΡΚΙΚΑ ΝΕΑ - Οι ειδήσεις σε τίτλους