Του Τάσου Παππά
Οι διαμάχες στο εσωτερικό της Αριστεράς αφορούν βεβαίως την ίδια, ενίοτε όμως επηρεάζουν την πολιτική ζωή μιας χώρας, αν ο ρόλος των κομμάτων της είναι κεντρικός. Για παράδειγμα, οι εμφυλιοπολεμικές «συρράξεις» ανάμεσα στις μαοϊκές ομάδες για το ποια εκφράζει αυθεντικότερα τις απόψεις του «μεγάλου τιμονιέρη» ή...
οι έριδες μεταξύ των τροτσκιστικών κινήσεων για το ποια δικαιούται να διαχειρίζεται το ιδεολογικό καταπίστευμα του «αιώνιου αιρετικού» έχουν μικρή σημασία για την κοινωνία. Απασχολούν τα μέλη τους, αλλά δεν προκαλούν γενικότερο ενδιαφέρον. Είναι τρικυμία στο φλιτζανάκι του καφέ.
Η αντιπαράθεση όμως των μεγάλων σχηματισμών της Αριστεράς μπορεί να προκαλέσει τραγωδίες. Τη δεκαετία του ’30, η ανελέητη σύγκρουση σοσιαλδημοκρατών-κομμουνιστών στη Γερμανία έστρωσε τον δρόμο στους ναζί. Πριν φτάσουμε, με εγκληματική καθυστέρηση, στη γραμμή των λαϊκών μετώπων, που τελικώς αποδείχτηκε ατελέσφορη, οι κομμουνιστές θεωρούσαν ότι ο βασικός εχθρός του κινήματος ήταν η προδοτική σοσιαλδημοκρατία (σοσιαλφασισμός) και οι σοσιαλδημοκράτες δεν δίσταζαν να συμμαχήσουν με τα αστικά κόμματα και τις παραστρατιωτικές ομάδες του καθεστώτος για να περιορίσουν τη δύναμη των κομμουνιστών. Και οι δύο πλευρές, αφοσιωμένες στο έργο της αλληλοεξόντωσης, σχετικοποίησαν τη ναζιστική απειλή και όταν συνειδητοποίησαν το λάθος τους ήταν πια πολύ αργά. Ο Χίτλερ επιφύλαξε και στους κομμουνιστές και τους σοσιαλδημοκράτες την ίδια τύχη.
Η συντριπτική ήττα τη δεκαετία του ’30, αλλά και οι αλλεπάλληλες διασπάσεις παντού στον κόσμο, που είναι πια στοιχείο της φυσιογνωμίας της Αριστεράς, ήταν και παραμένουν το αντικείμενο της μελέτης των ιστορικών και των κομματικών ηγεσιών. Το σύνδρομο της αναδρομικής δικαίωσης (εμείς τα λέγαμε), οι δίκες προθέσεων (ύποπτος ο ρόλος των προσώπων) και οι θεωρίες συνωμοσίας (παυσίλυπη διέξοδος) δεσπόζουν στις αναλύσεις και δηλητηριάζουν τις σχέσεις. Αυτή είναι η κατάρα της Αριστεράς; Μεταφυσικό. Ωστόσο, έτσι έχει η κατάσταση.
Ο γνωστός μαρξιστής καθηγητής Αλεξ Καλλίνικος στη συνέντευξή του στην «Εφ.Συν.» (26-6-2014) αναφέρει για το συγκεκριμένο θέμα: «Είναι αλήθεια ότι η Αριστερά είναι πολύ κατακερματισμένη. Μερικές φορές αυτό είναι αποτέλεσμα αυτοκαταστροφικής βλακείας ή της απόγνωσης που προκαλεί η πολιτική αποτυχία. Ομως μερικές φορές οι διαιρέσεις προκύπτουν από θεμελιώδεις στρατηγικές επιλογές». Και συμπληρώνει: «Το ρήγμα που άνοιξε το 1914 στο διεθνές σοσιαλιστικό κίνημα είχε να κάνει με το δίπολο ρεφορμισμός ή επανάσταση -ένα ζήτημα που παραμένει και σήμερα επίκαιρο». Από τη μια μεριά λοιπόν ο ρεφορμισμός, δηλαδή μεταρρυθμίσεις και αλλαγές που δεν θίγουν τις δομές του συστήματος, και από την άλλη η επανάσταση, δηλαδή ανατροπή του καπιταλισμού.
Τον ρεφορμισμό τον έχουμε γνωρίσει σε πολλές παραλλαγές. Στην καλύτερη εκδοχή του (σκανδιναβική σοσιαλδημοκρατία) το αποτέλεσμα κάθε άλλο παρά αρνητικό ήταν για τους εργαζομένους. Γενναία αναδιανομή του πλούτου υπέρ της εργατικής και της μεσαίας τάξης, αποτελεσματικό κράτος δικαίου, εκτεταμένα δίκτυα πρόνοιας, ισχυρά συνδικάτα, κοινωνικό συμβόλαιο, εύρυθμη λειτουργία της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, κατοχύρωση ατομικών δικαιωμάτων. Και την ανατροπή του καπιταλισμού την είδαμε. Με επαναστάσεις. Σε όλες όμως τις περιπτώσεις το αποτέλεσμα ήταν αποκρουστικό. Γι’ αυτό, κατά τη γνώμη μου, πουθενά στον κόσμο σήμερα δεν βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη το θέμα της επανάστασης με τη μορφή που τη γνωρίσαμε. Ή, για να το πούμε κάπως διαφορετικά: Μπορεί να υπάρχει μια γενική συμφωνία ότι το καπιταλιστικό σύστημα είναι κατάφωρα άδικο και βαθιά εκμεταλλευτικό, αλλά δεν υπάρχει συναίνεση για το ποιο πρέπει να είναι το διάδοχο σχήμα. Οι πολίτες καλούνται να στρατευτούν με μαχητική διάθεση και ιώβεια υπομονή υπέρ μιας στρατηγικής που τους υπόσχεται την ανατροπή, χωρίς όμως να τους λέει κάτι συγκεκριμένο για το μετά ή κι όταν τους λέει (υπαρκτός σοσιαλισμός) αυτό είναι κακόφημο γιατί αναφέρεται σ’ ένα σύστημα που σάπισε και κατέρρευσε χωρίς ν’ ανοίξει μύτη. Μ’ άλλα λόγια, το μοντέλο δεν το υπερασπίστηκαν ούτε αυτοί, στο όνομα των οποίων υποτίθεται ότι είχε δημιουργηθεί. Εργατικά κράτη με τους εργάτες αδιάφορους ή εχθρικούς απέναντί τους είναι αντίφαση εν τοις όροις. Αυτό όμως συνέβη.
Το ερώτημα που προκύπτει είναι το εξής: Γιατί τα κόμματα και οι κινήσεις της Αριστεράς δεν μπορούν να βάλουν στην άκρη τις διαφωνίες τους για να συγκροτήσουν ένα μέτωπο αντίστασης απέναντι στον επιθετικό νεοφιλελευθερισμό; Η απάντηση που δίνεται είναι ότι οι ρεφορμιστές προσπαθούν να θεραπεύσουν τα αποτελέσματα, ενώ οι επαναστάτες επικεντρώνουν στις αιτίες που τα γεννούν. Κάθε συμβιβασμός σ’ αυτό το ζήτημα είναι απαράδεκτος γιατί αποπροσανατολίζει τις λαϊκές μάζες. Τις συμφιλιώνει με την ιδέα ότι ο καπιταλισμός παίρνει διόρθωση, ενώ το ζητούμενο είναι η κατάργησή του, ο ενταφιασμός του στη χωματερή της Ιστορίας, εκεί που «αναπαύονται» τα προηγούμενα εκμεταλλευτικά καθεστώτα. Ο καθένας μόνος του λοιπόν. Αυτάρκης ιδεολογικά, σίγουρος για τις πολιτικές επιλογές του και έμπλεος αισιοδοξίας ότι κάποτε θα έρθει η μεγάλη ώρα. Μέχρι τότε, ας κάνουν κουμάντο οι άλλοι που δεν ασχολούνται με θεολογικού χαρακτήρα ζητήματα, παρά μόνο με το πώς θα παραμείνουν στην εξουσία.
Απο: Eφ. των Συντακτών
Οι διαμάχες στο εσωτερικό της Αριστεράς αφορούν βεβαίως την ίδια, ενίοτε όμως επηρεάζουν την πολιτική ζωή μιας χώρας, αν ο ρόλος των κομμάτων της είναι κεντρικός. Για παράδειγμα, οι εμφυλιοπολεμικές «συρράξεις» ανάμεσα στις μαοϊκές ομάδες για το ποια εκφράζει αυθεντικότερα τις απόψεις του «μεγάλου τιμονιέρη» ή...
οι έριδες μεταξύ των τροτσκιστικών κινήσεων για το ποια δικαιούται να διαχειρίζεται το ιδεολογικό καταπίστευμα του «αιώνιου αιρετικού» έχουν μικρή σημασία για την κοινωνία. Απασχολούν τα μέλη τους, αλλά δεν προκαλούν γενικότερο ενδιαφέρον. Είναι τρικυμία στο φλιτζανάκι του καφέ.
Η αντιπαράθεση όμως των μεγάλων σχηματισμών της Αριστεράς μπορεί να προκαλέσει τραγωδίες. Τη δεκαετία του ’30, η ανελέητη σύγκρουση σοσιαλδημοκρατών-κομμουνιστών στη Γερμανία έστρωσε τον δρόμο στους ναζί. Πριν φτάσουμε, με εγκληματική καθυστέρηση, στη γραμμή των λαϊκών μετώπων, που τελικώς αποδείχτηκε ατελέσφορη, οι κομμουνιστές θεωρούσαν ότι ο βασικός εχθρός του κινήματος ήταν η προδοτική σοσιαλδημοκρατία (σοσιαλφασισμός) και οι σοσιαλδημοκράτες δεν δίσταζαν να συμμαχήσουν με τα αστικά κόμματα και τις παραστρατιωτικές ομάδες του καθεστώτος για να περιορίσουν τη δύναμη των κομμουνιστών. Και οι δύο πλευρές, αφοσιωμένες στο έργο της αλληλοεξόντωσης, σχετικοποίησαν τη ναζιστική απειλή και όταν συνειδητοποίησαν το λάθος τους ήταν πια πολύ αργά. Ο Χίτλερ επιφύλαξε και στους κομμουνιστές και τους σοσιαλδημοκράτες την ίδια τύχη.
Η συντριπτική ήττα τη δεκαετία του ’30, αλλά και οι αλλεπάλληλες διασπάσεις παντού στον κόσμο, που είναι πια στοιχείο της φυσιογνωμίας της Αριστεράς, ήταν και παραμένουν το αντικείμενο της μελέτης των ιστορικών και των κομματικών ηγεσιών. Το σύνδρομο της αναδρομικής δικαίωσης (εμείς τα λέγαμε), οι δίκες προθέσεων (ύποπτος ο ρόλος των προσώπων) και οι θεωρίες συνωμοσίας (παυσίλυπη διέξοδος) δεσπόζουν στις αναλύσεις και δηλητηριάζουν τις σχέσεις. Αυτή είναι η κατάρα της Αριστεράς; Μεταφυσικό. Ωστόσο, έτσι έχει η κατάσταση.
Ο γνωστός μαρξιστής καθηγητής Αλεξ Καλλίνικος στη συνέντευξή του στην «Εφ.Συν.» (26-6-2014) αναφέρει για το συγκεκριμένο θέμα: «Είναι αλήθεια ότι η Αριστερά είναι πολύ κατακερματισμένη. Μερικές φορές αυτό είναι αποτέλεσμα αυτοκαταστροφικής βλακείας ή της απόγνωσης που προκαλεί η πολιτική αποτυχία. Ομως μερικές φορές οι διαιρέσεις προκύπτουν από θεμελιώδεις στρατηγικές επιλογές». Και συμπληρώνει: «Το ρήγμα που άνοιξε το 1914 στο διεθνές σοσιαλιστικό κίνημα είχε να κάνει με το δίπολο ρεφορμισμός ή επανάσταση -ένα ζήτημα που παραμένει και σήμερα επίκαιρο». Από τη μια μεριά λοιπόν ο ρεφορμισμός, δηλαδή μεταρρυθμίσεις και αλλαγές που δεν θίγουν τις δομές του συστήματος, και από την άλλη η επανάσταση, δηλαδή ανατροπή του καπιταλισμού.
Τον ρεφορμισμό τον έχουμε γνωρίσει σε πολλές παραλλαγές. Στην καλύτερη εκδοχή του (σκανδιναβική σοσιαλδημοκρατία) το αποτέλεσμα κάθε άλλο παρά αρνητικό ήταν για τους εργαζομένους. Γενναία αναδιανομή του πλούτου υπέρ της εργατικής και της μεσαίας τάξης, αποτελεσματικό κράτος δικαίου, εκτεταμένα δίκτυα πρόνοιας, ισχυρά συνδικάτα, κοινωνικό συμβόλαιο, εύρυθμη λειτουργία της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, κατοχύρωση ατομικών δικαιωμάτων. Και την ανατροπή του καπιταλισμού την είδαμε. Με επαναστάσεις. Σε όλες όμως τις περιπτώσεις το αποτέλεσμα ήταν αποκρουστικό. Γι’ αυτό, κατά τη γνώμη μου, πουθενά στον κόσμο σήμερα δεν βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη το θέμα της επανάστασης με τη μορφή που τη γνωρίσαμε. Ή, για να το πούμε κάπως διαφορετικά: Μπορεί να υπάρχει μια γενική συμφωνία ότι το καπιταλιστικό σύστημα είναι κατάφωρα άδικο και βαθιά εκμεταλλευτικό, αλλά δεν υπάρχει συναίνεση για το ποιο πρέπει να είναι το διάδοχο σχήμα. Οι πολίτες καλούνται να στρατευτούν με μαχητική διάθεση και ιώβεια υπομονή υπέρ μιας στρατηγικής που τους υπόσχεται την ανατροπή, χωρίς όμως να τους λέει κάτι συγκεκριμένο για το μετά ή κι όταν τους λέει (υπαρκτός σοσιαλισμός) αυτό είναι κακόφημο γιατί αναφέρεται σ’ ένα σύστημα που σάπισε και κατέρρευσε χωρίς ν’ ανοίξει μύτη. Μ’ άλλα λόγια, το μοντέλο δεν το υπερασπίστηκαν ούτε αυτοί, στο όνομα των οποίων υποτίθεται ότι είχε δημιουργηθεί. Εργατικά κράτη με τους εργάτες αδιάφορους ή εχθρικούς απέναντί τους είναι αντίφαση εν τοις όροις. Αυτό όμως συνέβη.
Το ερώτημα που προκύπτει είναι το εξής: Γιατί τα κόμματα και οι κινήσεις της Αριστεράς δεν μπορούν να βάλουν στην άκρη τις διαφωνίες τους για να συγκροτήσουν ένα μέτωπο αντίστασης απέναντι στον επιθετικό νεοφιλελευθερισμό; Η απάντηση που δίνεται είναι ότι οι ρεφορμιστές προσπαθούν να θεραπεύσουν τα αποτελέσματα, ενώ οι επαναστάτες επικεντρώνουν στις αιτίες που τα γεννούν. Κάθε συμβιβασμός σ’ αυτό το ζήτημα είναι απαράδεκτος γιατί αποπροσανατολίζει τις λαϊκές μάζες. Τις συμφιλιώνει με την ιδέα ότι ο καπιταλισμός παίρνει διόρθωση, ενώ το ζητούμενο είναι η κατάργησή του, ο ενταφιασμός του στη χωματερή της Ιστορίας, εκεί που «αναπαύονται» τα προηγούμενα εκμεταλλευτικά καθεστώτα. Ο καθένας μόνος του λοιπόν. Αυτάρκης ιδεολογικά, σίγουρος για τις πολιτικές επιλογές του και έμπλεος αισιοδοξίας ότι κάποτε θα έρθει η μεγάλη ώρα. Μέχρι τότε, ας κάνουν κουμάντο οι άλλοι που δεν ασχολούνται με θεολογικού χαρακτήρα ζητήματα, παρά μόνο με το πώς θα παραμείνουν στην εξουσία.
Απο: Eφ. των Συντακτών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου