Ερευνα της Τράπεζας της Ελλάδος: Οι Ελληνες τρέμουν ότι θα χάσουν τα σπίτια τους. Κάθετη πτώση του επιπέδου διαβίωσης. Πόσοι βρίσκονται σε πλήρη ένδεια.
Στη σκιά του φόβου ότι θα χάσουν το σπίτι τους ζει πλέον σημαντικός αριθμός νοικοκυριών στη χώρα. Τούτο προκύπτει σε έρευνα που δημοσιεύται στο Οικονομικό Δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος της κ. Αικ. Χαιρέτη.
Η κρίση και η πολιτική που εφαρμόστηκε, οδήγησε όχι μόνο στην υποβάθμιση των συνθηκών διαβίωσης, της ποιότητας ζωής των νοικοκυριών αλλά και στη δραματική διεύρυνση της ανισότητας.
Η κρίση και η πολιτική που εφαρμόστηκε στη συνέχεια, σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, οδήγησε όχι μόνο στην υποβάθμιση των συνθηκών διαβίωσης, της ποιότητας ζωής των νοικοκυριών αλλά και στη δραματική διεύρυνση της ανισότητας. Διαπιστώνεται συγκεκριμένα ότι «αυξήθηκε ο αριθμός των νοικοκυριών που διαβιούν σε μη κανονικές κατοικίες όπως καλύβες, παράγκες και καταστήματα». Ο αριθμός αυτών των νοικοκυριών ξεπέρασε τις 27.000 το 2012 από 16.000 περίπου που ήταν το 2008 πριν ξεσπάσει η κρίση. Δηλαδή στο διάστημα αυτό αυξήθηκε κατά 71%!
Επιπλέον, σύμφωνα πάντα με τα ευρύματα της έρευνας «σημαντικός αριθμός νοικοκυριών τελεί δυνητικά υπό καθεστώς επισφάλειας ως προς τη δυνατότητα διατήρησης της στεγαστικής του κατάστασης, είτε λόγω των οικονομικών βαρών επί των ιδιόκτητων κατοικιών του, είτε γιατί διαβιεί σε παραχωρημένες κατοικίες των οποίων η παραχώρηση δύναται να σταματήσει να υφίσταται. Επίσης ένας σημαντικός αριθμός νοικοκυριών έχει υποστεί αρνητική μεταβολή στη στεγαστική του κατάσταση».
Ομως οι απώλειες από την κρίση εκτείνονται σε ένα ευρύτερο φάσμα συνεπειών, καθώς η έρευνα συμπεραίνει ότι «η κρίση είχε ως αποτέλεσμα η χώρα να υποστεί καταρχάς δημογραφική υποβάθμιση». Οπως διαπιστώνεται, «η Ελλάδα, από χώρα υποδοχής μεταναστών από άλλες χώρες, μετατρέπεται σε χώρα αποστολής μεταναστών σε άλλες χώρες, ενώ παράλληλα παρατηρείται αισθητή μείωση των γεννήσεων και των γάμων και υψηλή άνοδος των θανάτων».
Ο αριθμός των νοικοκυριών που ζούν σε μη κανονικές κατοικίες (καλύβες, παράγκες) ξεπέρασε τις 27.000 το 2012 από 16.000 το 2008, πριν ξεσπάσει η κρίση, σημειώνοντας αύξηση κατά 71%!
Επίσης μειώθηκαν τα εισοδήματα του συνόλου των νοικοκυριών και διευρύνθηκε σημαντικά η ανισόστητα. Αυξήθηκαν τα νοικοκυριά που εντάσσονται στα χαμηλά εισοδηματικά κλιμάκια και μειώθηκαν τα περισσότερο εύπορα νοικοκυριά. Συγκεκριμένα, το ποσοστό των ιδιαίτερα φτωχών νοικοκυριών έως 1.100 ευρώ αυξήθηκε στο 15,1% το 2012 από 10,7% που ήταν το 2008. Το ποσοστό δε αυτών που ήταν κάτω από το όριο της φτώχειας, με εισόδημα έως 750 ευρώ εκτινάχθηκε στο 10,6% από 4,8% που ήταν πριν από την κρίση! Αντιθέτως το μερίδιο των πλέον εύπορων νοικοκυριών με εισόδημα από 3.500 ευρώ και άνω απο 22,3% το 2008 περιορίστηκε σχεδόν στο μισό 12,2%!
Το μέσο ισοδύναμο διαθέσιμο εισόδημα για την Ελλάδα το 2012 είχε υποχωρήσει στα περίπου 9.500 ευρώ, με αποτέλεσμα να είναι το δεύτερο χαμηλότερο, μετά από εκείνο της Πορτογαλίας (8.323 ευρώ), ενώ η Ισπανία βρίσκεται στην τρίτη από το τέλος θέση με 11.970 ευρω. Το μέσο εισόδημα για την ΕΕ των 27 κρατών την ίδια χρονιά ανέρχονταν σε 15.325 ευρώ.
Η εικόνα αυτής της υποβάθμισης ενισχύεται και από την εξέλιξη της σύνθεσης των νοικοκυριών, όπου παρατηρείται αύξηση τόσο των ζευγαριών χωρίς παιδιά όσο και εκείνων με ένα μόνο παιδί, με τα δεύτερα να αυξάνονται με αλματώδη ρυθμό, ενώ αντίθετα παρατηρείται έντονη μείωση στα ζευγάρια με τρία παιδιά και άνω μέχρι 16 ετών που μειώνονται με επίσης αλματώδη αρνητικό ρυθμό μεταβολής.
Εντονος, αλλά όχι αλματώδης ρυθμός μεταβολής παρατηρείται και στα ζευγάρια με δύο παιδιά μέχρι 16 ετών, ρυθμός που δίνει προβάδισμα σε απόλυτους αριθμούς στα τετραμελή νοικοκυριά στην Ελλάδα.
Εφτά Νομά σε ένα δωμά
Η κρίση είχε επίσης ως αποτέλεσμα να αυξηθεί ο αριθμός των νοικοκυριών που διαβιούν σε κατοικίες ενός, δύο και τριών δωματίων, ενώ αντίθετα μειώθηκαν τα νοικοκυριά που διαβιούν σε κατοικίες τεσσάρων δωματίων και άνω.
Η μετακίνηση των νοικοκυριών σε μικρότερες κατοικίες ερμηνεύεται μόνο εν μέρει από τις μεταβολές στη σύνθεση των νοικοκυριών (αύξηση ολιγομελών νοικοκυριών λόγω διάσπασης συμβίωσης νοικοκυριών δύο και τριών γενεών, αύξησης ζευγαριών με λιγότερα παιδιά, διαζευγμένων, μονογονεϊκών οικογενειών), και κατά το υπόλοιπο αποδίδεται σε οικονομικούς λόγους.
Στη σκιά του φόβου ότι θα χάσουν το σπίτι τους ζει πλέον σημαντικός αριθμός νοικοκυριών στη χώρα. Τούτο προκύπτει σε έρευνα που δημοσιεύται στο Οικονομικό Δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος της κ. Αικ. Χαιρέτη.
Η κρίση και η πολιτική που εφαρμόστηκε, οδήγησε όχι μόνο στην υποβάθμιση των συνθηκών διαβίωσης, της ποιότητας ζωής των νοικοκυριών αλλά και στη δραματική διεύρυνση της ανισότητας.
Η κρίση και η πολιτική που εφαρμόστηκε στη συνέχεια, σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, οδήγησε όχι μόνο στην υποβάθμιση των συνθηκών διαβίωσης, της ποιότητας ζωής των νοικοκυριών αλλά και στη δραματική διεύρυνση της ανισότητας. Διαπιστώνεται συγκεκριμένα ότι «αυξήθηκε ο αριθμός των νοικοκυριών που διαβιούν σε μη κανονικές κατοικίες όπως καλύβες, παράγκες και καταστήματα». Ο αριθμός αυτών των νοικοκυριών ξεπέρασε τις 27.000 το 2012 από 16.000 περίπου που ήταν το 2008 πριν ξεσπάσει η κρίση. Δηλαδή στο διάστημα αυτό αυξήθηκε κατά 71%!
Επιπλέον, σύμφωνα πάντα με τα ευρύματα της έρευνας «σημαντικός αριθμός νοικοκυριών τελεί δυνητικά υπό καθεστώς επισφάλειας ως προς τη δυνατότητα διατήρησης της στεγαστικής του κατάστασης, είτε λόγω των οικονομικών βαρών επί των ιδιόκτητων κατοικιών του, είτε γιατί διαβιεί σε παραχωρημένες κατοικίες των οποίων η παραχώρηση δύναται να σταματήσει να υφίσταται. Επίσης ένας σημαντικός αριθμός νοικοκυριών έχει υποστεί αρνητική μεταβολή στη στεγαστική του κατάσταση».
Ομως οι απώλειες από την κρίση εκτείνονται σε ένα ευρύτερο φάσμα συνεπειών, καθώς η έρευνα συμπεραίνει ότι «η κρίση είχε ως αποτέλεσμα η χώρα να υποστεί καταρχάς δημογραφική υποβάθμιση». Οπως διαπιστώνεται, «η Ελλάδα, από χώρα υποδοχής μεταναστών από άλλες χώρες, μετατρέπεται σε χώρα αποστολής μεταναστών σε άλλες χώρες, ενώ παράλληλα παρατηρείται αισθητή μείωση των γεννήσεων και των γάμων και υψηλή άνοδος των θανάτων».
Ο αριθμός των νοικοκυριών που ζούν σε μη κανονικές κατοικίες (καλύβες, παράγκες) ξεπέρασε τις 27.000 το 2012 από 16.000 το 2008, πριν ξεσπάσει η κρίση, σημειώνοντας αύξηση κατά 71%!
Επίσης μειώθηκαν τα εισοδήματα του συνόλου των νοικοκυριών και διευρύνθηκε σημαντικά η ανισόστητα. Αυξήθηκαν τα νοικοκυριά που εντάσσονται στα χαμηλά εισοδηματικά κλιμάκια και μειώθηκαν τα περισσότερο εύπορα νοικοκυριά. Συγκεκριμένα, το ποσοστό των ιδιαίτερα φτωχών νοικοκυριών έως 1.100 ευρώ αυξήθηκε στο 15,1% το 2012 από 10,7% που ήταν το 2008. Το ποσοστό δε αυτών που ήταν κάτω από το όριο της φτώχειας, με εισόδημα έως 750 ευρώ εκτινάχθηκε στο 10,6% από 4,8% που ήταν πριν από την κρίση! Αντιθέτως το μερίδιο των πλέον εύπορων νοικοκυριών με εισόδημα από 3.500 ευρώ και άνω απο 22,3% το 2008 περιορίστηκε σχεδόν στο μισό 12,2%!
Το μέσο ισοδύναμο διαθέσιμο εισόδημα για την Ελλάδα το 2012 είχε υποχωρήσει στα περίπου 9.500 ευρώ, με αποτέλεσμα να είναι το δεύτερο χαμηλότερο, μετά από εκείνο της Πορτογαλίας (8.323 ευρώ), ενώ η Ισπανία βρίσκεται στην τρίτη από το τέλος θέση με 11.970 ευρω. Το μέσο εισόδημα για την ΕΕ των 27 κρατών την ίδια χρονιά ανέρχονταν σε 15.325 ευρώ.
Η εικόνα αυτής της υποβάθμισης ενισχύεται και από την εξέλιξη της σύνθεσης των νοικοκυριών, όπου παρατηρείται αύξηση τόσο των ζευγαριών χωρίς παιδιά όσο και εκείνων με ένα μόνο παιδί, με τα δεύτερα να αυξάνονται με αλματώδη ρυθμό, ενώ αντίθετα παρατηρείται έντονη μείωση στα ζευγάρια με τρία παιδιά και άνω μέχρι 16 ετών που μειώνονται με επίσης αλματώδη αρνητικό ρυθμό μεταβολής.
Εντονος, αλλά όχι αλματώδης ρυθμός μεταβολής παρατηρείται και στα ζευγάρια με δύο παιδιά μέχρι 16 ετών, ρυθμός που δίνει προβάδισμα σε απόλυτους αριθμούς στα τετραμελή νοικοκυριά στην Ελλάδα.
Εφτά Νομά σε ένα δωμά
Η κρίση είχε επίσης ως αποτέλεσμα να αυξηθεί ο αριθμός των νοικοκυριών που διαβιούν σε κατοικίες ενός, δύο και τριών δωματίων, ενώ αντίθετα μειώθηκαν τα νοικοκυριά που διαβιούν σε κατοικίες τεσσάρων δωματίων και άνω.
Η μετακίνηση των νοικοκυριών σε μικρότερες κατοικίες ερμηνεύεται μόνο εν μέρει από τις μεταβολές στη σύνθεση των νοικοκυριών (αύξηση ολιγομελών νοικοκυριών λόγω διάσπασης συμβίωσης νοικοκυριών δύο και τριών γενεών, αύξησης ζευγαριών με λιγότερα παιδιά, διαζευγμένων, μονογονεϊκών οικογενειών), και κατά το υπόλοιπο αποδίδεται σε οικονομικούς λόγους.
Απο: zougla.gr/blog
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου