Τα θετικά δεδομένα που έχει ενσωματώσει σε αυτή τη φάση η αγορά και οι κρίσιμες εκκρεμότητες που ζητούν απαντήσεις. Το μεγάλο στοίχημα του recovery story και γιατί δεν αναμένονται «λαγοί» στη ΔΕΘ.
H άνοδος του Γενικού Δείκτη του Χ.Α. το τελευταίο τετράμηνο ασφαλώς και
είναι καλοδεχούμενη και δείχνει ότι η αγορά βλέπει το ποτήρι μισογεμάτο
για τις μελλοντικές εξελίξεις στη χώρα και την οικονομία.
Απ’ την άλλη πλευρά, η αγορά καθόλου δεν παραβλέπει ότι υπάρχουν μεγάλα ζητήματα μπροστά...
(κυρίως η τρίτη αξιολόγηση), αλλά και προβλήματα που είτε χρονίζουν, είτε αντιμετωπίζονται με αργά αντανακλαστικά. Είναι σαφές ότι θα χρειαστεί αρκετός καιρός και πολλά πράγματα ακόμα για να σχηματιστεί σαφής τάση, ενώ τα δεδομένα θα πρέπει να αξιολογούνται με μεγάλη προσοχή.
Όταν οι σχολιαστές ερμηνεύουν την πορεία του Γενικού Δείκτη στο Χ.Α. με βάση τις όποιες μικροδιακυμάνσεις των τιμών των μετοχών στα ξένα χρηματιστήρια, γίνεται προφανές πως οι όποιοι εγχώριοι καταλύτες είναι προς το παρόν απενεργοποιημένοι.
Έτσι, σε αντίθεση με την τελευταία δεκαετία, κατά την οποία ο Γενικός Δείκτης γνώριζε έντονες διακυμάνσεις επηρεαζόμενος κυρίως από τα εσωτερικά ζητήματα, από τις 20 Ιουνίου και μετά κινείται μεταξύ των 790 και των 860 μονάδων σε κλίμα της θερινής ραστώνης, χωρίς ιδιαίτερους όγκους και χωρίς μεγάλες συγκινήσεις. Κάτι αντίστοιχο μάλιστα συμβαίνει και με τους πολύ πιο «επιθετικούς», κατά τα τελευταία χρόνια, τραπεζικούς τίτλους.
Τα σπουδαιότερα αναμένονται από τον Σεπτέμβριο και μετά. Ήδη, μέχρι τα μέσα Ιουνίου το Χ.Α. ενσωμάτωσε τη θετική έκβαση της δεύτερης αξιολόγησης και την υπόσχεση για μελλοντική ρύθμιση του χρέους, καθώς επίσης και το γεγονός ότι η οικονομία άρχισε από φέτος να μπαίνει σε κάπως κανονικούς ρυθμούς:
- Άνοδος της βιομηχανικής παραγωγής (+4,2% η μεταποίηση στο εξάμηνο).
- Διεύρυνση των εξαγωγικών επιδόσεων (κοντά στο +7% στο εξάμηνο, χωρίς τον συνυπολογισμό των πετρελαιοειδών).
- Αύξηση του αριθμού των εισερχόμενων τουριστών.
- Σταδιακή υποχώρηση του ανοίγματος των ελληνικών τραπεζών προς το σύστημα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (στα 50,44 δισ. ευρώ στα τέλη Ιουλίου, λιγότερο κατά 3,82 δισ. σε σύγκριση με τον προηγούμενο μήνα) με κάποια περιορισμένη τάση επιστροφής καταθέσεων να αρχίσει να παρατηρείται (Ιούνιος +1,6 δισ. ευρώ).
- Σταδιακή υλοποίηση του προγράμματος αναδιάρθρωσης των τραπεζών, μέσα από πωλήσεις συμμετοχών (πιο πρόσφατες οι Εθνική Ασφαλιστική και Avis) και θυγατρικών στο εξωτερικό. Πέραν αυτών, έχουν ενταθεί οι κινήσεις των τραπεζών για τη διευθέτηση των μεγάλων ανοιγμάτων σε επιχειρήσεις, καθώς επίσης και οι ρυθμίσεις δανείων σε στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια. Μάλιστα, τραπεζικοί παράγοντες εκφράζουν την αισιοδοξία τους και πιστεύουν ότι από τα stress tests του 2018 δεν θα προκύψει ανάγκη για νέα ανακεφαλαιοποίησή τους (αύξηση μετοχικού κεφαλαίου).
Ο Αύγουστος του 2018
Ωστόσο, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, υπάρχουν ακόμη δύο πολύ σημαντικά ερωτήματα που καλούνται να απαντηθούν σταδιακά μέσα στο επόμενο δωδεκάμηνο και που αναμένεται να επηρεάσουν δραστικά τις τιμές των μετοχών και των λοιπών εγχώριων περιουσιακών στοιχείων:
Το πρώτο ερώτημα σχετίζεται με τον τρόπο χρηματοδότησης της χώρας από τον Αύγουστο του 2018 και μετά. Θα μπορέσει η Ελλάδα να «βγει από το μνημόνιο» έχοντας εξασφαλίσει -έστω- μια προληπτική γραμμή στήριξης ή, αντίθετα, θα χρειαστεί να υπογραφεί και νέο μνημόνιο; Θα υπάρξουν νέα μέτρα και, αν ναι, θα μπορέσει να το αντέξει πολιτικά η κυβέρνηση; Κινδυνεύει η χώρα από πρόωρες εκλογές στο συγκεκριμένο χρονικό διάστημα; Μια πρώτη ένδειξη για την απάντηση στο συγκεκριμένο ερώτημα θα έχουμε το προσεχές φθινόπωρο, οπότε θα φανεί κατά πόσο γρήγορα θα κλείσει η περιβόητη τρίτη αξιολόγηση και τα δεκάδες (δύσκολα) προαπαιτούμενά της.
Ανάπτυξη... «V» ή «U»
Το δεύτερο και κυριότερο ερώτημα είναι το αν κατά τα επόμενα χρόνια η ελληνική οικονομία θα μπορέσει να αντιδράσει με τη μορφή του ελατηρίου ή, αντίθετα, αν θα υποχρεώνεται σε πολύ χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης (της τάξεως του 1%) όπως υποστηρίζει και το ΔΝΤ. Με άλλα λόγια, ζητούμενο είναι το αν η αντίδραση θα έχει το σχήμα του γράμματος «V» (απότομη ανάπτυξη μετά το χαμηλότερο σημείο) ή του «U» (μακρά περίοδος στασιμότητας μετά το χαμηλότερο σημείο).
Οι απόψεις των οικονομολόγων διίστανται στο συγκεκριμένο ερώτημα. Οι αισιόδοξοι υποστηρίζουν ότι η μπορεί -κάτω από προϋποθέσεις- δημιουργηθεί ο λεγόμενος «ενάρετος κύκλος», με επιστροφή καταθέσεων, μεγαλύτερη ρευστότητα στο σύστημα, περισσότερες επενδύσεις από το εξωτερικό και όλα αυτά όταν από το 2019 αναμένεται να αρχίσει για τα καλά η ουσιαστική απορρόφηση των κονδυλίων του νέου ΕΣΠΑ. Ένα τέτοιο κλίμα θα διευκολύνει τις τράπεζες στη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων τους.
Σύμφωνα με το συγκεκριμένο αφήγημα, η Ελλάδα είναι από τις πολύ λίγες χώρες της «αναπτυγμένης Δύσης» όπου οι αποτιμήσεις των περιουσιακών της στοιχείων δεν έχουν ανεβεί τόσο πολύ κατά τα τελευταία χρόνια και που έχει ένα story για να προσελκύσει ξένους επενδυτές, αυτό της ανάκαμψης (recovery story).
Οι πιο σκεπτικιστές οικονομολόγοι φοβούνται πως μετά από ένα αρχικό ξεπέταγμα της οικονομίας έως π.χ. τα μέσα ή τα τέλη του 2018, στη συνέχεια θα δούμε τη συνέχιση ενός κλίματος στασιμότητας, καθώς:
1. Οι Έλληνες από το 2012-2013 έχουν ξεκινήσει και τρώνε από τα έτοιμα, διαδικασία που έχει ένα χρονικό όριο και κάποτε θα ολοκληρωθεί ή θα εξασθενίσει σημαντικά.
2. Το βαρύτατο φορολογικό μείγμα δεν μπορεί να προσελκύσει αξιοσημείωτες επενδύσεις παρά μόνο σε συγκεκριμένους τομείς (άλλωστε έχει ήδη αποφασιστεί η λήψη πρόσθετων μέτρων για τα έτη 2018, 2019 και 2020).
3. Το πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων εστιάζεται κυρίως σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις που έχουν πλέον άθλια οικονομικά στοιχεία και προοπτικές, με αποτέλεσμα η όποια περιορισμένη βελτίωση της οικονομίας να μην μπορεί να βελτιώσει σημαντικά στο ορατό μέλλον την κατάσταση. Μάλλον αναφέρουν το παράδειγμα της Κύπρου, όπου οι τράπεζες συνεχίζουν να ταλαιπωρούνται έντονα από το πρόβλημα των κόκκινων δανείων, παρότι η οικονομία της χώρας βρίσκεται στο τρίτο έτος συνεχούς ανάπτυξής της και μάλιστα με ποσοστό που προσεγγίζει το 3%.
Περιμένοντας τη ΔΕΘ
Είναι γεγονός ότι, εδώ και πολλά χρόνια, η έκθεση της ΔΕΘ και η σχετική πρωθυπουργική ομιλία πολύ λίγο επηρεάζει τις τιμές στο Χρηματιστήριο της Αθήνας και αυτό για πολλούς λόγους, μεταξύ των οποίων γιατί το ευρύτερο περιβάλλον είναι λίγο-πολύ γνωστό και δεν μπορούν να βγουν… λαγοί από το μανίκι.
Επίσης, οι πρωθυπουργικές ομιλίες απευθύνονται σχεδόν αποκλειστικά στο «ευρύ λαϊκό κοινό που ψηφίζει» και όχι στα ξένα funds που ελέγχουν πάνω από το 50% της αξίας των μετοχών στο Χρηματιστήριο της Αθήνας και είναι υπεύθυνα για το μεγαλύτερο τμήμα των συναλλαγών σ’ αυτό.
Ωστόσο, κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει ότι θα υπάρξουν κάποιες «ειδήσεις» ή «εκτιμήσεις» που να αφορούν την οικονομία και το Χρηματιστήριο, όπως για παράδειγμα το πότε προτίθεται να προσφύγει στις κάλπες, πόσο αποφασισμένος είναι να κλείσει γρήγορα την νέα αξιολόγηση, ή το αν θα επιταχύνει την πολιτική προσέλκυσης επενδύσεων.
Όλα αυτά, μάλιστα, δεν προκύπτουν πάντοτε κατά την ημερομηνία της πρωθυπουργικής ομιλίας ή στη συνέντευξη τύπου που ακολουθεί την επομένη. Και αυτό γιατί πολύ συχνά οι όποιες «ειδήσεις» προκύπτουν, έχουν ήδη εντέχνως διαρρεύσει στον Τύπο κατά τις προηγούμενες ημέρες.
Στέφανος Kοτζαμάνης
Απο: euro2day.gr
Απ’ την άλλη πλευρά, η αγορά καθόλου δεν παραβλέπει ότι υπάρχουν μεγάλα ζητήματα μπροστά...
(κυρίως η τρίτη αξιολόγηση), αλλά και προβλήματα που είτε χρονίζουν, είτε αντιμετωπίζονται με αργά αντανακλαστικά. Είναι σαφές ότι θα χρειαστεί αρκετός καιρός και πολλά πράγματα ακόμα για να σχηματιστεί σαφής τάση, ενώ τα δεδομένα θα πρέπει να αξιολογούνται με μεγάλη προσοχή.
Όταν οι σχολιαστές ερμηνεύουν την πορεία του Γενικού Δείκτη στο Χ.Α. με βάση τις όποιες μικροδιακυμάνσεις των τιμών των μετοχών στα ξένα χρηματιστήρια, γίνεται προφανές πως οι όποιοι εγχώριοι καταλύτες είναι προς το παρόν απενεργοποιημένοι.
Έτσι, σε αντίθεση με την τελευταία δεκαετία, κατά την οποία ο Γενικός Δείκτης γνώριζε έντονες διακυμάνσεις επηρεαζόμενος κυρίως από τα εσωτερικά ζητήματα, από τις 20 Ιουνίου και μετά κινείται μεταξύ των 790 και των 860 μονάδων σε κλίμα της θερινής ραστώνης, χωρίς ιδιαίτερους όγκους και χωρίς μεγάλες συγκινήσεις. Κάτι αντίστοιχο μάλιστα συμβαίνει και με τους πολύ πιο «επιθετικούς», κατά τα τελευταία χρόνια, τραπεζικούς τίτλους.
Τα σπουδαιότερα αναμένονται από τον Σεπτέμβριο και μετά. Ήδη, μέχρι τα μέσα Ιουνίου το Χ.Α. ενσωμάτωσε τη θετική έκβαση της δεύτερης αξιολόγησης και την υπόσχεση για μελλοντική ρύθμιση του χρέους, καθώς επίσης και το γεγονός ότι η οικονομία άρχισε από φέτος να μπαίνει σε κάπως κανονικούς ρυθμούς:
- Άνοδος της βιομηχανικής παραγωγής (+4,2% η μεταποίηση στο εξάμηνο).
- Διεύρυνση των εξαγωγικών επιδόσεων (κοντά στο +7% στο εξάμηνο, χωρίς τον συνυπολογισμό των πετρελαιοειδών).
- Αύξηση του αριθμού των εισερχόμενων τουριστών.
- Σταδιακή υποχώρηση του ανοίγματος των ελληνικών τραπεζών προς το σύστημα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (στα 50,44 δισ. ευρώ στα τέλη Ιουλίου, λιγότερο κατά 3,82 δισ. σε σύγκριση με τον προηγούμενο μήνα) με κάποια περιορισμένη τάση επιστροφής καταθέσεων να αρχίσει να παρατηρείται (Ιούνιος +1,6 δισ. ευρώ).
- Σταδιακή υλοποίηση του προγράμματος αναδιάρθρωσης των τραπεζών, μέσα από πωλήσεις συμμετοχών (πιο πρόσφατες οι Εθνική Ασφαλιστική και Avis) και θυγατρικών στο εξωτερικό. Πέραν αυτών, έχουν ενταθεί οι κινήσεις των τραπεζών για τη διευθέτηση των μεγάλων ανοιγμάτων σε επιχειρήσεις, καθώς επίσης και οι ρυθμίσεις δανείων σε στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια. Μάλιστα, τραπεζικοί παράγοντες εκφράζουν την αισιοδοξία τους και πιστεύουν ότι από τα stress tests του 2018 δεν θα προκύψει ανάγκη για νέα ανακεφαλαιοποίησή τους (αύξηση μετοχικού κεφαλαίου).
Ο Αύγουστος του 2018
Ωστόσο, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, υπάρχουν ακόμη δύο πολύ σημαντικά ερωτήματα που καλούνται να απαντηθούν σταδιακά μέσα στο επόμενο δωδεκάμηνο και που αναμένεται να επηρεάσουν δραστικά τις τιμές των μετοχών και των λοιπών εγχώριων περιουσιακών στοιχείων:
Το πρώτο ερώτημα σχετίζεται με τον τρόπο χρηματοδότησης της χώρας από τον Αύγουστο του 2018 και μετά. Θα μπορέσει η Ελλάδα να «βγει από το μνημόνιο» έχοντας εξασφαλίσει -έστω- μια προληπτική γραμμή στήριξης ή, αντίθετα, θα χρειαστεί να υπογραφεί και νέο μνημόνιο; Θα υπάρξουν νέα μέτρα και, αν ναι, θα μπορέσει να το αντέξει πολιτικά η κυβέρνηση; Κινδυνεύει η χώρα από πρόωρες εκλογές στο συγκεκριμένο χρονικό διάστημα; Μια πρώτη ένδειξη για την απάντηση στο συγκεκριμένο ερώτημα θα έχουμε το προσεχές φθινόπωρο, οπότε θα φανεί κατά πόσο γρήγορα θα κλείσει η περιβόητη τρίτη αξιολόγηση και τα δεκάδες (δύσκολα) προαπαιτούμενά της.
Ανάπτυξη... «V» ή «U»
Το δεύτερο και κυριότερο ερώτημα είναι το αν κατά τα επόμενα χρόνια η ελληνική οικονομία θα μπορέσει να αντιδράσει με τη μορφή του ελατηρίου ή, αντίθετα, αν θα υποχρεώνεται σε πολύ χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης (της τάξεως του 1%) όπως υποστηρίζει και το ΔΝΤ. Με άλλα λόγια, ζητούμενο είναι το αν η αντίδραση θα έχει το σχήμα του γράμματος «V» (απότομη ανάπτυξη μετά το χαμηλότερο σημείο) ή του «U» (μακρά περίοδος στασιμότητας μετά το χαμηλότερο σημείο).
Οι απόψεις των οικονομολόγων διίστανται στο συγκεκριμένο ερώτημα. Οι αισιόδοξοι υποστηρίζουν ότι η μπορεί -κάτω από προϋποθέσεις- δημιουργηθεί ο λεγόμενος «ενάρετος κύκλος», με επιστροφή καταθέσεων, μεγαλύτερη ρευστότητα στο σύστημα, περισσότερες επενδύσεις από το εξωτερικό και όλα αυτά όταν από το 2019 αναμένεται να αρχίσει για τα καλά η ουσιαστική απορρόφηση των κονδυλίων του νέου ΕΣΠΑ. Ένα τέτοιο κλίμα θα διευκολύνει τις τράπεζες στη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων τους.
Σύμφωνα με το συγκεκριμένο αφήγημα, η Ελλάδα είναι από τις πολύ λίγες χώρες της «αναπτυγμένης Δύσης» όπου οι αποτιμήσεις των περιουσιακών της στοιχείων δεν έχουν ανεβεί τόσο πολύ κατά τα τελευταία χρόνια και που έχει ένα story για να προσελκύσει ξένους επενδυτές, αυτό της ανάκαμψης (recovery story).
Οι πιο σκεπτικιστές οικονομολόγοι φοβούνται πως μετά από ένα αρχικό ξεπέταγμα της οικονομίας έως π.χ. τα μέσα ή τα τέλη του 2018, στη συνέχεια θα δούμε τη συνέχιση ενός κλίματος στασιμότητας, καθώς:
1. Οι Έλληνες από το 2012-2013 έχουν ξεκινήσει και τρώνε από τα έτοιμα, διαδικασία που έχει ένα χρονικό όριο και κάποτε θα ολοκληρωθεί ή θα εξασθενίσει σημαντικά.
2. Το βαρύτατο φορολογικό μείγμα δεν μπορεί να προσελκύσει αξιοσημείωτες επενδύσεις παρά μόνο σε συγκεκριμένους τομείς (άλλωστε έχει ήδη αποφασιστεί η λήψη πρόσθετων μέτρων για τα έτη 2018, 2019 και 2020).
3. Το πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων εστιάζεται κυρίως σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις που έχουν πλέον άθλια οικονομικά στοιχεία και προοπτικές, με αποτέλεσμα η όποια περιορισμένη βελτίωση της οικονομίας να μην μπορεί να βελτιώσει σημαντικά στο ορατό μέλλον την κατάσταση. Μάλλον αναφέρουν το παράδειγμα της Κύπρου, όπου οι τράπεζες συνεχίζουν να ταλαιπωρούνται έντονα από το πρόβλημα των κόκκινων δανείων, παρότι η οικονομία της χώρας βρίσκεται στο τρίτο έτος συνεχούς ανάπτυξής της και μάλιστα με ποσοστό που προσεγγίζει το 3%.
Περιμένοντας τη ΔΕΘ
Είναι γεγονός ότι, εδώ και πολλά χρόνια, η έκθεση της ΔΕΘ και η σχετική πρωθυπουργική ομιλία πολύ λίγο επηρεάζει τις τιμές στο Χρηματιστήριο της Αθήνας και αυτό για πολλούς λόγους, μεταξύ των οποίων γιατί το ευρύτερο περιβάλλον είναι λίγο-πολύ γνωστό και δεν μπορούν να βγουν… λαγοί από το μανίκι.
Επίσης, οι πρωθυπουργικές ομιλίες απευθύνονται σχεδόν αποκλειστικά στο «ευρύ λαϊκό κοινό που ψηφίζει» και όχι στα ξένα funds που ελέγχουν πάνω από το 50% της αξίας των μετοχών στο Χρηματιστήριο της Αθήνας και είναι υπεύθυνα για το μεγαλύτερο τμήμα των συναλλαγών σ’ αυτό.
Ωστόσο, κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει ότι θα υπάρξουν κάποιες «ειδήσεις» ή «εκτιμήσεις» που να αφορούν την οικονομία και το Χρηματιστήριο, όπως για παράδειγμα το πότε προτίθεται να προσφύγει στις κάλπες, πόσο αποφασισμένος είναι να κλείσει γρήγορα την νέα αξιολόγηση, ή το αν θα επιταχύνει την πολιτική προσέλκυσης επενδύσεων.
Όλα αυτά, μάλιστα, δεν προκύπτουν πάντοτε κατά την ημερομηνία της πρωθυπουργικής ομιλίας ή στη συνέντευξη τύπου που ακολουθεί την επομένη. Και αυτό γιατί πολύ συχνά οι όποιες «ειδήσεις» προκύπτουν, έχουν ήδη εντέχνως διαρρεύσει στον Τύπο κατά τις προηγούμενες ημέρες.
Στέφανος Kοτζαμάνης
Απο: euro2day.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου